«Η εκδικητική πορνογραφία, ανεξαρτήτως των κινήτρων του δράστη, αποτελεί μία από της πιο σκληρές μορφές «κυβερνοβίας», λόγω της προσβολής του θύματος σε «παγκόσμια κλίμακα» και σε απροσδιόριστο αριθμό ανθρώπων», δήλωσε στα «Ρ.Ν.» ο ποινικολόγος Μανόλης Πετρακάκης
Το revenge porn, ή αλλιώς η εκδικητική πορνογραφία, αποτελεί μια από τις πολλές μορφές έμφυλης κακοποίησης που πλήττει την προσωπικότητα και την αξιοπρέπεια των θυμάτων. Πρόκειται για την πράξη της διάδοσης ή δημοσιοποίησης προσωπικών, ερωτικών φωτογραφιών ή βίντεο στο διαδίκτυο, χωρίς τη συναίνεση του θύματος. Ως δράστες εμφανίζονται κατά κύριο λόγο άντρες που χρησιμοποιούν το υλικό που μοιράστηκαν μαζί τους κοπέλες στο πλαίσιο μιας ερωτικής συναινετικής σχέσης που ανέπτυξαν, ως μέσο εκδίκησης αλλά και ως μορφή απειλής και εκβιασμού τους.
Το φαινόμενο αυτό έχει λάβει παγκόσμιες διαστάσεις και μάλιστα στην Ελλάδα συγκεκριμένα, σύμφωνα με σχετικό ενημερωτικό σημείωμα της SafeLine.gr, της δράσης του Ελληνικού Κέντρου Ασφαλούς Διαδικτύου, οι καταγγελίες που σχετίζονται με την παραβίαση προσωπικών δεδομένων σημείωσαν το 2024 άνοδο κατά 6%, ενώ η αύξηση αυτή οφείλεται κυρίως στις αναφορές για μη συναινετικό διαμοιρασμό εικόνων και βίντεο.
Η νομική αντιμετώπιση του revenge porn στη χώρα αναπτύχθηκε πρόσφατα, όπως και η κοινωνική συνειδητοποίηση για τις σοβαρές επιπτώσεις που μπορεί να έχει για τα θύματα. Στα «Ρ.Ν.» οι ειδικοί που μίλησαν αναλύουν τη νομική διάσταση της εκδικητικής πορνογραφίας, τις ποινικές συνέπειες για τους δράστες, καθώς και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα θύματα στην προσπάθεια να προστατευτούν και να αποκαταστήσουν την προσωπική τους ζωή έπειτα από αυτή τη σοβαρή παραβίαση της ιδιωτικότητάς τους.
Ορισμός, νομοθέτηση στην Ελλάδα και κυρώσεις
Μιλώντας στα «Ρ.Ν.» ο Ρεθεμνιώτης δικηγόρος – ποινικολόγος, κ. Μανόλης Πετρακάκης, εξήγησε τι σημαίνει εκδικητική πορνογραφία σημειώνοντας μάλιστα πως σε πολλές των περιπτώσεων το υλικό μπορεί να έρθει στα χέρια του δράστη ακόμα και εν αγνοία του θύματος, δηλαδή χωρίς καν να υπάρχει το πλαίσιο μιας συναινετικής ιδιωτικής σχέσης: «Ο όρος «εκδικητική πορνογραφία» («revenge pornography») περιλαμβάνει την κοινολόγηση σε τρίτους, ευαίσθητων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν την γενετήσια ζωή του θύματος, όπως φωτογραφιών ή βίντεο ερωτικού περιεχομένου, χωρίς τη συγκατάθεσή του. Το υλικό της «εκδικητικής πορνογραφίας» μπορεί να ληφθεί από τον δράστη είτε με τη συγκατάθεση του θύματος στο πλαίσιο μιας ιδιωτικής ή εμπιστευτικής σχέσης, είτε χωρίς τη συγκατάθεσή του και εν αγνοία του», αναφέρει ο κ. Πετρακάκης και συμπληρώνει: «Ο δράστης της «εκδικητικής πορνογραφίας» είναι συχνά ένας πρώην σύντροφος, ο οποίος στοχεύει στον δημόσιο εξευτελισμό και την ταπείνωση του θύματος. Ωστόσο, οι δράστες δεν είναι πάντα νυν ή πρώην σύντροφοι και το κίνητρό τους μπορεί να είναι διαφορετικό και κυρίως οικονομικό. Μπορεί όμως να έχει και άλλα χαρακτηριστικά. Ακόμα και η απειλή μόνο, για δημοσίευση ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων σεξουαλικού χαρακτήρα, αποτελεί κλασσική περίπτωση εκβιασμού για τον εξαναγκασμό του θύματος να προβεί σε κάποια πράξη ή παράλειψη μπροστά στον φόβο του δημοσίου εξευτελισμού του».
Σύμφωνα με τον κ. Πετρακάκη, η νομοθεσία στην Ελλάδα εξειδικεύτηκε πάνω στο έγκλημα της εκδικητικής πορνογραφίας μόλις το 2022 και πλέον αποτελεί πλημμέλημα, με τον δράστη να αντιμετωπίζει ποινή φυλάκισης από τρία έως πέντε έτη, ωστόσο αυτό διαβαθμίζεται κατά περίπτωση.
«Ο Έλληνας νομοθέτης καθυστερημένα και συγκεκριμένα το έτος 2022 με το ν.4947/2022 ρύθμισε την εγκληματική αυτή συμπεριφορά ποινικοποιώντας αυτοτελώς την εκδικητική πορνογραφία η οποία κωδικοποιείται πλέον στο άρθρο 346 Π.Κ. Μέχρι και τότε οι συγκεκριμένες συμπεριφορές αντιμετωπιζόντουσαν στο πλαίσιο της ειδικής ποινικής διάταξης του νόμου περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (άρθρο 38 Ν. 4624/2019), χωρίς επιτυχία, αφού αυτός ο νόμος δεν είχε συνταχθεί για τέτοιου είδους παραβάσεις, με αποτέλεσμα να είναι δυσκολότερη η καταδίκη των δραστών και μάλιστα σε χαμηλές -σχεδόν πάντα- πλημμεληματικές ποινές.
Πλέον η ποινική μεταχείριση του δράστη διαβαθμίζεται ανάλογα με τη βαρύτητα της εγκληματικής του συμπεριφοράς, του μεγέθους της ζημίας που υφίσταται το θύμα αλλά και κάποιων ιδιαίτερων χαρακτηριστικών που μπορεί να έχει ο δράστης ή το θύμα. Το βασικό έγκλημα της εκδικητικής πορνογραφίας είναι πλημμέλημα και τιμωρείται με φυλάκιση από τρία έως πέντε έτη. Ακόμα και η απειλή για δημοσίευση προσωπικών δεδομένων σεξουαλικού χαρακτήρα ώστε το θύμα να εξαναγκαστεί σε κάποια πράξη ή παράλειψη που δεν έχει υποχρέωση, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης από δύο έως πέντε έτη και ίσως αυτή να είναι και η πιο συχνή μορφή τέλεσης του εγκλήματος», αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Πετρακάκης.
Την ίδια ώρα, όπως εξηγεί, στις υποθέσεις που εμπλέκονται και ανήλικα άτομα η ποινή αυτή μεγιστοποιείται: «Ωστόσο προβλέπονται και κακουργηματικού χαρακτήρα μορφές τέλεσης της εκδικητικής πορνογραφίας, με ποινή κάθειρξης έως και οκτώ έτη. Αυτό συμβαίνει όταν το θύμα είναι ανήλικο, όταν μεταξύ δράστη και θύματος υπήρχε κάποια σχέση (συζυγική, συντροφική ή ακόμα και εργασιακή) ή όταν ο δράστης είχε κίνητρο οικονομικό».
Παράγοντες που γεννούν και συντηρούν φαινόμενα όπως το revenge porn
Όπως εξήγησε η Ελένη Φουρναράκη στα «Ρ.Ν.», κοινωνιολόγος στο Συμβουλευτικό Κέντρο Γυναικών Ρεθύμνου, ο παράγοντας που γεννά κακοποιητικές συμπεριφορές ειδικά εκείνες που εντάσσονται στην έμφυλη εγκληματικότητα οφείλονται στην πατριαρχία η οποία φαίνεται να είναι βαθιά ριζωμένη στην κοινωνία. Πατριαρχία όπως λέει η κ. Φουρναράκη είναι εκείνο το αξιακό σύστημα το οποίο θέλει τους άντρες να κυριαρχούν σε κάθε έκφανση της κοινωνικής ζωής, ενώ ακόμα και οι σχέσεις των δύο φύλων πολλές φορές φαίνεται να είναι σχέσεις εξουσίας αντί ισότιμες, στις οποίες κυριαρχεί ο άντρας.
Η κ. Φουρναράκη εξηγεί: «Οι αιτίες της εκδικητικής πορνογραφίας προέρχονται όπως και όλες οι μορφές έμφυλης βίας από τις πατριαρχικές αντιλήψεις που είναι βαθιά ριζωμένες στη χώρα μας όπως και σε πολλές άλλες κοινωνίες, καθώς οι άνδρες θεωρούν ότι είναι το δυνατό φύλο στο οποίο πρέπει να υπακούει η γυναίκα. Επιπλέον, η ίδια η ανοχή της κοινωνίας μας σε αυτές τις συμπεριφορές και σε αυτές τις πράξεις εντείνει το φαινόμενο».
Η ανοχή της κοινωνίας, διαφαίνεται ειδικά, σύμφωνα με την κ. Φουρναράκη, στο γεγονός ότι αναφορικά με τα περιστατικά εκδικητικής πορνογραφίας, το θύμα είναι εκείνο που δέχεται πολλές φορές τον διασυρμό και τα κακόβουλα σχόλια της κοινωνίας η οποία διερωτάται γιατί έστειλε η κοπέλα το υλικό, αντί να αναρωτιέται τον λόγο που ο άντρας παραβίασε τη σχέση εμπιστοσύνης που είχε με το θύμα, δημοσιοποιώντας το: «Πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού όλων είναι ότι το θύμα φταίει για κάτι. Θεωρείται ότι το θύμα ήταν ανάλαφρων ηθών από τη στιγμή που δέχτηκε να υπάρχει τέτοιο υλικό. Αλλά δεν σκεφτόμαστε καν το δικαίωμα του κάθε ανθρώπου να συμμετέχει αν θέλει σε κάτι ή το ότι συμμετέχει κάπου με κάποιον συγκεκριμένο άνθρωπο ή δίνει μια συγκατάθεση για συγκεκριμένη χρήση δεν σημαίνει ότι δίνει συγκατάθεση για όλα. Ήταν δικαίωμά του. Αποφάσισε κάτι σε συγκεκριμένη στιγμή με συγκεκριμένο άνθρωπο και μέχρι εκεί».
Από την άλλη, υπάρχουν ακόμα στην κοινωνία προκαταλήψεις και στερεότυπα αναφορικά με τη γυναίκα, το σώμα της και τη σεξουαλική της απελευθέρωση και αυτοδιάθεση που μοιάζουν να συντηρούν αυτή την προβληματική στάση της κοινωνίας απέναντι στα θύματα, όπως αναφέρει η κ. Φουρναράκη: «Από τα αρχαία χρόνια οι γυναίκες ήταν υποδουλωμένες που έπρεπε να κρύβονται, να μη φαίνεται ούτε το σώμα τους ούτε τίποτα γιατί το γυναικείο σώμα ανήκει στον σύζυγο οπότε δεν είχε το δικαίωμα πάνω στο σώμα της. Το σώμα της το όριζε ο σύζυγός της, αυτός θα όριζε πότε θα συνευρεθούν. Δεν πιστεύω ότι πια τα πράγματα είναι τόσο αυστηρά όμως ούτε έχουμε φτάσει σε επίπεδο όπου γυναίκα είναι πλήρως απελευθερωμένη. Για παράδειγμα, ακόμα θα βιαστεί μια κοπέλα και θα ρωτήσουν τι φόραγε. Παρόλο που τις περισσότερες φορές τα θύματα βιασμών φορούσαν φόρμες και όχι μινι. Υπάρχουν ακόμα πολλές προκαταλήψεις σχετικά με το γυναικείο σώμα και για το ότι «προκαλεί»».
Οι επιπτώσεις και οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα θύματα
Πάντως, η ζωή ενός θύματος εκδικητικής πορνογραφίας, τείνει να επηρεαστεί σημαντικά σε πολλά επίπεδα. Από την εσωτερική αμφισβήτηση μέχρι τον κοινωνικό αποκλεισμό είναι μερικές από τις σοβαρές επιπτώσεις που καλείται να αντιμετωπίσει, όπως εξηγεί η κ. Φουρναράκη: «Μπορεί να αρχίσει να μην εμπιστεύεται τους ανθρώπους και τις μετέπειτα σχέσεις. Θα αρχίσει να έχει ενοχές και να αμφισβητεί τον ίδιο της τον εαυτό που «άφησε» να συμβεί αυτό. Μπορεί να γίνει εσωστρεφής, να κλειστεί στο σπίτι και ίσως να επέλθει και κάποιου είδους μελαγχολία ή θλίψη. Από την άλλη, μπορεί να αποκλειστεί από το φιλικό ή το οικογενειακό περιβάλλον. Να θεωρείται ότι επειδή είναι θύμα μιας τέτοιας κατάστασης ότι ίσως ήταν ελεύθερων ηθών και «τα ήθελε και τα’ παθε» και να έχει αυτό το στίγμα και σιγά-σιγά να την απομακρύνουν για να μην επηρεάζει και τη δική τους εικόνα κάπως. Θεωρώ ότι έχει διπλή πληγή ένα τέτοιο άτομο».
Από την πλευρά του κ. Πετρακάκης τονίζει: «Οι συνέπειες της «εκδικητικής πορνογραφίας» για το θύμα είναι καταστροφικές. Πέραν των αυτονοήτων συνεπειών της ντροπής απέναντι στο οικογενειακό και φιλικό περιβάλλον και του διασυρμού στον κοινωνικό περίγυρο, τα θύματα εμφανίζουν ψυχικές ασθένειες, κλείνονται στον εαυτό τους και για μεγάλο χρονικό διάστημα και στο σπίτι τους. Οι προσωπικές τους σχέσεις κλονίζονται και οι συνέπειες στον εργασιακό τους χώρο, λόγω της παρενόχλησης οδηγούν μέχρι και στην απώλεια της θέσης εργασίας. Όταν μάλιστα εκβιάζονται και απειλούνται με τη δημοσιοποίηση φωτογραφιών ή βίντεο, βιώνουν μία κατάσταση τραγική, αφού αναγκάζονται να κάνουν πράγματα που δεν θέλουν για να μην πραγματοποιήσει ο δράστης τις απειλές του. Πολλές φορές οι δυσβάσταχτες συνέπειες για το θύμα, λόγω κυρίως του κοινωνικού διασυρμού, το οδηγούν σε αυτοκτονία και σε αυτές τις περιπτώσεις η ποινική διάταξη προβλέπει αυστηρότερη ποινή για τον δράστη καθείρξεως τουλάχιστον 10 ετών».
Ενημέρωση από την παιδική ηλικία
Σημαντικό όπως λέει η κ. Φουρναράκη είναι να γνωρίζουν οι γυναίκες που έχουν υποστεί τη σεξουαλική κακοποίηση μέσω εικόνας ότι «το θύμα πρέπει να το καταγγείλει και να ξέρει ότι μπορεί να δεχτεί βοήθεια και να υποστηριχθεί ώστε να λάβουν η κοινωνία και οι θύτες το μήνυμα ότι δεν μένει ατιμώρητο αυτό το αδίκημα».
Από την άλλη, η ενημέρωση από την παιδική κιόλας ηλικία, όπως υποστηρίζει η κ. Φουρναράκη, παίζει καθοριστικό ρόλο στην εξάλειψη των σεξιστικών συμπεριφορών και της διαιώνισης των στερεοτύπων φύλου. Το Κέντρο Συμβουλευτικής Γυναικών, όπως αναφέρει, πραγματοποιεί εκστρατεία στα σχολεία του Ρεθύμνου με σκοπό τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών ώστε να διαμορφωθούν τελικά νέες γενιές οι οποίες θα σέβονται εν τέλει τον συνάνθρωπο: «Στο Συμβουλευτικό έχουμε ξεκινήσει κύκλους διαδραστικών σεμιναρίων σε μαθητές και μαθήτριες από την Ε’ Δημοτικού μέχρι και την Γ’ Λυκείου και πηγαίνουμε ανά τακτά χρονικά διαστήματα σε τμήματα σχολείων και κάνουμε θεματικές που αφορούν την προώθηση της ισότητας των φύλων. Γιατί από εκεί θα ξεκινήσει η αλλαγή. Εκπαιδεύοντας δηλαδή τα παιδιά μας και μαθαίνοντάς τους να λειτουργούν με βάση την ισότητα των φύλων και όχι με βάση τα στερεότυπα και τις προκαταλήψεις που μας έχουν μεγαλώσει. Αν τους δώσουμε να καταλάβουν ότι η κοινωνία μας δεν είναι άντρας και γυναίκα όπου ο άντρας είναι πιο πάνω και η γυναίκα πιο κάτω αλλά είναι όλοι οι άνθρωποι ίσοι, με ίσα δικαιώματα, ίσα προνόμια, ίσες ευκαιρίες, τότε θα εξαλειφθούν και όλες αυτές οι ανισότητες και μορφές βίας».