Η Ελληνική πραγματικότητα
Έχουν περάσει 50 ακριβώς χρόνια με την Δημοκρατία μας σε υγιή κατάσταση, γεγονός σαφώς πρωτοφανές στην ιστορία του έθνους μας. Όμως σήμερα πια, εκτίμησή μας είναι ότι ο λαός μας βρίσκεται σε μια δύσκολη καμπή. Καθ΄ όλη αυτή την περίοδο των πενήντα χρόνων, ήταν ολοφάνερο πως, τόσο το βιοτικό όσο και το κοινωνικό επίπεδο του λαού μας βελτιωνόταν συνεχώς ως και την αποφράδα ημέρα τον Απρίλιο του 2010 όταν και επίσημα ανακοινώθηκε ότι η χώρα μας βρίσκεται σε δεινή οικονομική κατάσταση. Ακολούθησε μια 10ετία τουλάχιστον πολύ σκληρής δοκιμασίας, έως ότου η οικονομική θέση της Ελλάδας βρεθεί ξανά σε μια σχετική ισορροπία. Την περίοδο αυτή, υπήρξαν πολύ έντονες πολιτικές ανακατατάξεις που το κύριο χαρακτηριστικό τους ήταν η αποστροφή των Ελλήνων πολιτών από τις παλιότερες πολιτικές τους επιλογές. Στην συνείδηση του λαού μας, κυριάρχησε ένα αίσθημα θυμού και απογοήτευσης για τις προηγούμενες αυτές επιλογές του και αυτό εκφράστηκε με την τιμωρητική του στάση απέναντι κυρίως στην κεντροαριστερή παράταξη. Η στάση αυτή των Ελλήνων πολιτών, κρατάει ακόμη ως και σήμερα, αν κρίνουμε από τα αποτελέσματα και των πρόσφατων ευρωεκλογών.
Η απογοήτευση
Όμως έχοντας πάλι διανύσει ήδη πέντε χρόνια από την οικονομική μας σταθεροποίηση δεν διαφαίνονται καθόλου ενδείξεις ότι θα καλυτερεύσουν οι τύχες του λαού μας. Οι πολιτικές που εφαρμόζονται από τις κυβερνήσεις της συντηρητικής παράταξης ουδόλως καταφέρνουν να αποδείξουν ότι αποσκοπούν στην βελτίωση της θέσης του συνόλου των Ελλήνων πολιτών. Τουναντίον είναι ολοφάνερο πως αποσκοπούν στη διατήρηση ή και στη βελτίωση της θέσης των προνομοιούχων Ελλήνων, σχεδόν αδιαφορώντας για τις τύχες του υπόλοιπου λαού. Μπορεί οι οικονομικοί δείκτες της χώρας μας να βρίσκονται σε κατάσταση βελτίωσης, όμως αυτό δεν συμβάλει προς όφελος του συνόλου του Ελληνικού λαού, αλλά περιορίζεται σε ένα μικρό ποσοστό του συνόλου των Ελληνικών οικογενειών. Μάλιστα οι ευημερούσες αυτές οικογένειες σχεδόν στο σύνολό τους, ανήκουν στον Ελληνικό επιχειρηματικό κόσμο. Οικονομικές μελέτες της προηγούμενης δεκαετίας έχουν δείξει ότι η οικονομική αυτή τάξη των Ελλήνων ελάχιστα ή και καθόλου θίχτηκε από την οικονομική κρίση που βίωσε η χώρα μας. Αντίθετα μια πλειάδα από τα εύρωστα αυτά οικονομικά συμφέροντα επωφελήθηκαν και βελτίωσαν κατά πολύ μάλιστα την οικονομική τους θέση.
Παιδιά φτωχότερα των γονέων τους
Οικονομικοί αναλυτές αλλά και κοινωνικοί μελετητές, έχουν διατυπώσει την άποψη ότι η γενιά των νέων της χώρας μας που ενηλικιώθηκε κατά τα χρόνια της οικονομικής κρίσης και σήμερα πια βρίσκεται σε παραγωγική ηλικία έχοντας ολοκληρώσει τις σπουδές τους, θα είναι η πρώτη γενιά που θα βιώσει συνθήκες δυσμενέστερης οικονομικής κατάστασης από τους γονείς τους. Είναι ήδη δηλαδή προδιαγεγραμμένο το μέλλον για την πλειονότητα των νέων της χώρας μας. Αυτή η εκδοχή ενισχύεται και με τις τρέχουσες πολιτικές που εφαρμόζονται και θα εφαρμόζονται από τις συντηρητικές κυβερνήσεις. Όπου, ναι μεν μπορεί να επιτυγχάνεται αύξηση του ετήσιου εθνικού πλούτου, όπου όμως αυτό απευθύνεται μόνο σε ένα μικρό ποσοστό του Ελληνικού λαού.
Οι πιθανότητες ανατροπής
Στη συντηρητική παράταξη, όπως αποδεικνύεται καθημερινά, ουδόλως ενδιαφέρονται στο να ανατραπούν αυτά τα προδιαγεγραμμένα σχέδια που οδηγούν στις ήδη διαμορφωμένες συνθήκες φτωχοποίησης των μη προνομοιούχων Ελλήνων πολιτών. Τουναντίον είναι σίγουροι ότι βρίσκονται στον σωστό δρόμο και αυτές τις πολιτικές θα πρέπει να εξακολουθήσουν να εφαρμόζουν. Από την αντιπέρα όχθη, η παράταξη του ΣΥΡΙΖΑ η οποία είχε αναμφισβήτητα μια θετική συμμετοχή στην προσπάθεια της χώρας μας να αποφύγει την οικονομική κατάρρευση και την εθνική καταστροφή, δεν κατάφερε να κεφαλαιοποιήσει την εμπιστοσύνη με την οποία τον είχε αρχικά αγκαλιάσει ο Ελληνικός λαός. Πολύ σύντομα αποδείχτηκε πως δεν μπορούσε να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και ο Ελληνικός λαός από το 2019 και εντεύθεν σταδιακά αποσύρει την εμπιστοσύνη του προς τις πολιτικές του θέσεις και το πρόγραμμά του. Άρα οι πιθανότητες ανατροπής των σημερινών πολιτικών δεδομένων τα οποία οδηγούν στην φτωχοποίηση του μεγαλύτερου ποσοστού του Ελληνικού λαού, εναπόκειται και μόνο στην Κεντροαριστερή παράταξη που σήμερα συνεχίζει να εκφράζεται από τον ευρύτερο πολιτικό χώρο του ΠΑΣΟΚ.
Οι αλλαγές στην παράταξη
Όμως και η Κεντροαριστερή παράταξη με τη σημερινή δομή και λειτουργία της δεν εμφανίζει ενδείξεις ότι μπορεί να εμπνεύσει τους Έλληνες πολίτες σε σημείο ώστε να της εναποθέσουν τις τύχες τους. Αυτό συνάγεται και από τις δύο τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις τόσο του Ιουνίου του ΄23, όσο και των πρόσφατων ευρωεκλογών, όπου τα ποσοστά της παράταξης παρέμειναν σε αρκετά χαμηλά επίπεδα. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ένα κλίμα εσωστρέφειας και απογοήτευσης στον πολιτικό μας χώρο. Έτσι, ψύχραιμες εκτιμήσεις, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι θα πρέπει η παράταξη να οδηγηθεί σε ριζικές ανακατατάξεις τόσο όσον αφορά την εσωτερική της δομή και στις πολιτικές της όσο και στον κεντρικό της σχεδιασμό και τις διακηρύξεις της.
Η υπέρβαση και το άλμα
Η υπέρβαση λοιπόν αυτή την οποία θα πρέπει να προσπαθήσει η παράταξη, θα μπορέσει να κατορθωθεί και μόνο αν επιχειρήσει ένα άλμα στις προγραμματικές της πολιτικές. Αυτό θα αποτελούσε μια κορυφαία πολιτική κίνηση, που θα την ονομάζαμε «Το άλμα συνειδητότητας για έμπνευση και κοινωνικές ρήξεις».
Η «Σταυροφορία»
Το άλμα αυτό θα μπορούσε να συντελεστεί με ένα κάλεσμα, ως μια «πανστρατιά» ή αλλιώς ως μια «Σταυροφορία», στην οποία θα καλούνταν από την ηγεσία της παράταξης, τα μέλη, οι φίλοι της παράταξης αλλά και ολόκληρος ο προοδευτικός κόσμος της χώρας, σε ένα πολιτικό αγώνα για μια άλλη προοπτική για τη χώρα μας και τους πολίτες της. Για μια Ελλάδα που θα καταφέρει να φέρει πίσω τα ξενιτεμένα της παιδιά και που θα δομήσει τις συνθήκες ώστε να την εμπιστεύονται οι πολίτες της.
Ο ρόλος της Άννας Διαμαντοπούλου
Αναζητώντας τον τρόπο που θα μπορούσε να επιτελεστεί αυτή η υπέρβαση και η «πανστρατιά αφύπνισης» εκτιμούμε πως σημαντικό ρόλο θα μπορούσε να παίξει η επιλογή ως ηγέτη της Δημοκρατικής παράταξης ένα πρόσωπο εγνωσμένης κυβερνητικής ικανότητας, με αποδεδειγμένη ηθική πολιτική συμπεριφορά και συγχρόνως σημαντική Ευρωπαϊκή αλλά και Διεθνή αναγνώριση. Ένα πρόσωπο που πληροί τέτοιες προϋποθέσεις, είναι η Άννα Διαμαντοπούλου. Έχει αποδείξει σε ολόκληρη την 40ετή πολιτική της πορεία από το 1985 όταν για πρώτη φορά τοποθετήθηκε Νομάρχης Καστοριάς ούσα μόλις 26 χρόνων, ότι υπηρετεί με πιστότητα και συνέπεια τις Σοσιαλδημοκρατικές Ευρωπαϊκές πολιτικές ιδέες. Εκτίμησή μας είναι πως οι πολιτικές αυτές θέσεις της Σοσιαλδημοκρατίας για μια σύγχρονη Ελληνική κοινωνία με αξιοπρεπή διαβίωση, δικαιοσύνη και ευχαριστημένους πολίτες, είναι η μοναδική εγγύηση για την ελπίδα στη χώρα μας. Πεποίθησή μας είναι πως, η Άννα Διαμαντοπούλου, όπως ήδη πολιτεύεται με αυτές τις ιδέες, έτσι θα συνεχίσει και στο μέλλον.