Η Μονή της Παναγίας της Μεσαμπελίτισσας.
Η λέξη «Μεσαμπελίτισσα» είναι γνωστή και οικεία στους παλιούς Ρεθεμνιώτες και παραπέμπει στο νεκροταφείο της πόλης του Ρεθύμνου με το οποίο έχει γίνει συνώνυμη. Όμως δεν ήταν πάντα έτσι. Πολύ παλιά, την εποχή της Βενετοκρατίας, η λέξη «Μεσαμπελίτισσα» παρέπεμπε στον ναό της Παναγίας στην περιοχή του σημερινού νεκροταφείου και ήταν ένας από τους δεκάδες επιθετικούς προσδιορισμούς, που συνηθίζουν οι Έλληνες να δίνουν στην Παναγία. Είναι προφανές ότι το όνομα προέκυψε επειδή ο ναός ήταν χτισμένος ανάμεσα στα αμπέλια. Άλλωστε οι εκτάσεις που εκτείνονταν νότια του χερσαίου τείχους της πόλης ήταν καλλιεργήσιμες, όπως φαίνεται στα σχέδια της εποχής. Μάλιστα σε επιχρωματισμένο σχέδιο του Fr. Basilicata του έτους 1618 εικονίζονται πράσινες εκτάσεις που χαρακτηρίζονται orti (περιβόλια) (Εικ. 1).
Σε λεπτομέρεια του ίδιου σχεδίου του Basilicata φαίνεται ο ναός της Μεσαμπελίτισσας, ο οποίος περιβάλλεται από σειρά κελιών, πράγμα που σημαίνει ότι επρόκειτο για μοναστήρι, κατά πάσα πιθανότητα καθολικό (Εικ. 2).
Άλλωστε και ο ίδιος ο Basilicata κάτω από τη λέξη Sa Maria επεξηγεί ότι πρόκειται για convento di Monache, δηλαδή για μοναστήρι καλογραιών1. Επίσης από πράξεις των νοταρίων του Ρεθύμνου Τζώρτζη Τρωΐλου2 και Τζώρτζη Πάντιμου 3 προκύπτει ότι πρόκειται για γυναικείο μοναστήρι. Μάλιστα στην πράξη 205 του Πρωτοκόλλου του Πάντιμου αναφέρεται επιλέξει: Πήγα εγώ ο νοτάριος στο μοναστήρι της Παναγίας της Μεσαμπελίτισσας, έξω από τα τείχη της πόλης… Αλλά και ο Z. Magagnato σε σχεδιάγραμμα του 1559 σημειώνει τον ναό με την ένδειξη S. Maria Mesoampelitissa. Βλέπουμε λοιπόν ότι το όνομα (προσωνύμιο) Μεσαμπελίτισσα απαντάται τουλάχιστον από τα μέσα του 16ου αιώνα, γεγονός που μας επιτρέπει να υποθέσουμε βάσιμα ότι είναι πολύ παλαιότερο, αν και δεν έχουμε γραπτές πηγές να το στηρίξουμε. Το σίγουρο πάντως είναι πως εκείνη την εποχή δεν ήταν νεκροταφείο, χωρίς να μπορούμε να αποκλείσουμε την ταφή κάποιων ανθρώπων μέσα ή γύρω από το μοναστήρι, όπως συνηθιζόταν τότε. Προς αυτό το συμπέρασμα συνηγορεί και η πρόσφατη εύρεση πολλών τάφων στο εσωτερικό του ναού της Μεσαμπελίτισσας, που σήμερα είναι αφιερωμένος στη Ζωοδόχο Πηγή και στον Άγιο Δημήτριο (Εικ. 3).
Για την παλαιότητα των τάφων αναμένεται να αποφανθεί η Αρχαιολογική Υπηρεσία.
Κατά την πολιορκία του Ρεθύμνου από τους Τούρκους το 1646 η περιοχή της Μεσαμπελίτισσας έγινε θέατρο συγκρούσεων και σημείο συγκέντρωσης των τουρκικών στρατευμάτων, απ’ όπου ξεκινούσαν οι επιθέσεις κατά του φρουρίου της Φορτέτζας. Και ο Μαρίνος Τζάνε Μπουνιαλής δεν παρέλειψε να απαθανατίσει τη Μεσαμπελίτισσα στον περίφημο Κρητικό Πόλεμο με τον στίχο:
«Κ’ εις την Μεσαμπελίτισσαν εκ’ είχ’ ένα φορτίνι,
εις τα χαράκια τα ψηλά, και ‘χούγιαξαν κ’ εκείνοι».
Η ίδρυση του νεκροταφείου (1701)
Μετά την κατάκτηση του Ρεθύμνου από τους Τούρκους, είναι προφανές ότι το μοναστήρι έπαψε να λειτουργεί και ο ναός της Παναγίας εγκαταλείφθηκε και ερειπώθηκε. Το πότε, όμως, και το πώς ιδρύθηκε το νεκροταφείο του Ρεθύμνου το μαθαίνουμε από δύο έγγραφα του Ιεροδικείου Ρεθύμνης, που δημοσίευσα το 1995 4. Συγκεκριμένα τα έγγραφα με αριθμό 139 και 219 του τόμου αναφέρονται στην ίδρυση του νεκροταφείου. Το πρώτο με χρονολογία 27 Μαΐου 1701 αναφέρει ότι οι Ρεθεμνιώτες χριστιανοί Αλέξανδρος και Παναγιώτης (δυστυχώς δεν αναφέρονται επώνυμα) αγοράζουν από την Οθωμανίδα Φατουμέ του Μαχμούτ στην περιοχή Τοπ Αλτί5 «χωράφι ως έγγιστα τριών και ημίσεως μουζουρίων6 εντός του οποίου ευρίσκεται εκκλησία με το όνομα Παναγιά ημιερειπωμένη». Στη συνέχεια αναφέρουν ότι το συγκεκριμένο χωράφι το αφιερώνουν «διά τους κατοίκους Ρεθύμνης και δια τους πτωχούς ξένους, ίνα όσοι αποθνήσκουν θάπτωνται εις την περιοχήν αυτήν και είμεθα διαχειρισταί μέχρι του θανάτου μας…».
Το δεύτερο έγγραφο, με χρονολογία 14 Οκτωβρίου 1723, αναφέρεται στην προσπάθεια του ανωτέρω Αλέξανδρου να οικειοποιηθεί το εν λόγω χωράφι που αγοράστηκε με χρήματα των χριστιανών του Ρεθύμνου. Το δικαστήριο τον καταδικάζει και τον αποβάλλει από το συγκεκριμένο χωράφι. Το έγγραφο αυτό μας δίνει και μια σημαντική ιστορική πληροφορία, που δεν ξέρω αν προκύπτει από άλλη πηγή. Μας πληροφορεί ότι το 1703 7 ενέσκηψε χολέρα στο Ρέθυμνο και «επειδή οι κατοικούντες εις την πόλιν πτωχοί αραγιάδες δεν είχον ωρισμένον μέρος προς ενταφιασμόν πολλοί έμεναν τέσσαρες και πέντε ημέρες εις τα σπίτια των άταφοι», αγοράσθηκε το εν λόγω χωράφι για να ενταφιάζονται οι φτωχοί χριστιανοί.
Από την ίδρυσή του (1701) το νεκροταφείο συνέχισε να λειτουργεί αδιάλειπτα μέχρι τις μέρες μας. Κατά τον 18ο και 19ο αιώνα συνυπήρχε και γειτνίαζε με τον τόπο περιθωριοποίησης των λεπρών του Ρεθύμνου, που ονομαζόταν Μεσκινιά ή Λωβοχώρι. Μάλιστα ο Βρετανός G. Wilkinson σε χάρτη του 1850 σημειώνει τα δύο σημεία με τις λέξεις Messabeletissa και Meshinariah. Λίγο βορειοδυτικά σημειώνεται το Εβραϊκό νεκροταφείο στη θέση του σημερινού ΚΤΕΛ με την ένδειξη Jewish Burial Grd. (Εικ. 4).
Ανακαίνιση του νεκροταφείου (1884-1888)
Σχεδόν δυο αιώνες από την ίδρυσή του νεκροταφείου, τη δεκαετία του 1880 αποφασίζεται ή ανακαίνιση και η επέκτασή του, επειδή προφανώς είχε κορεστεί, αν και οι Χριστιανοί κάτοικοι της πόλης ήταν λίγοι σε σχέση με τους Οθωμανούς8. Το 1884 με πρωτοβουλία του επισκόπου Ρεθύμνης Ιερόθεου Μπραουδάκη συστάθηκε ερανική επιτροπή «επί τω σκοπώ του να εισπράξη εκουσίας εισφοράς … προς τον σκοπόν του καλλωπισμού, της επεκτάσεως και της ριζικής διαρρυθμίσεως του νεκροταφείου της πόλεως ταύτης»9. Την επιτροπή αποτελούσαν οι: Π. Πετυχάκης, Νικόλαος Σιράγας, Βασίλειος Σταματάκης, Κωνστ. Καυγαλάκης και Δημήτριος Ζαννιδάκης. Στη λογοδοσία της η επιτροπή αναφέρει ότι εισπράχθηκαν συνολικά 12.802 γρόσια. Τα χρήματα αυτά, με απόφαση της Τμηματικής Εφορείας Ρεθύμνης, δεν διατέθηκαν για τον σκοπό για τον οποίο εισπράχτηκαν, δηλαδή για την ανακαίνιση και επέκταση του νεκροταφείου, αλλά για την αγορά του οικοπέδου και την ανέγερση του ναού της Αγίας Βαρβάρας. Παρόλα αυτά δεν αποκλείεται να έγινε κάποια ανακαίνιση ή επέκταση του νεκροταφείου, αλλά δεν έχω υπόψη μου κάποια γραπτή μαρτυρία. Για την ιστορία παραθέτω μερικά ονόματα αυτών που έδωσαν τα περισσότερα χρήματα: Επίσκοπος Ρεθύμνης 500 γρόσια, Μαυρατζάκης Μανούσος 428, Λαμπρόπουλος ή Μουσούρος Στυλιανός 423, Τριφύλλης Θεόδωρος 423, Πετυχάκης Εμμανουήλ 321, Σκουλούδης Αντώνιος 321, Χαμαράκη Αδελφοί 225, Δάνδολος Ιωάννης 214, Πετυχάκης Κωνσταντίνος 214, Τσουδερός Ιωάννης 214. Ακολουθεί πλήθος ονομάτων με μικρότερα ποσά, όμως λόγω χώρου δεν είναι δυνατόν να παρατεθούν όλα.
Οι Ρώσοι
Είναι γνωστό ότι ένας αριθμός Ρώσων στρατιωτών παρέμεινε στο Ρέθυμνο επί μια δεκαετία και πλέον (1897-1909) ως εγγυήτρια δύναμη. Μάλιστα τα πρώτα χρόνια (1898-1899) άσκησαν και την πολιτική διοίκηση του Νομού Ρεθύμνης μέχρι να αναλάβουν οι τοπικές πολιτικές αρχές. Κατά τα χρόνια της Ρωσικής διοίκησης έγιναν πολλά έργα, αλλά δεν είναι της παρούσης να αναφερθούν εδώ. Εδώ θα γίνει αναφορά μόνο σε ό,τι έχει σχέση με το νεκροταφείο του Ρεθύμνου. Ο Ρώσος διοικητής συνταγματάρχης Θ. Ντε Χιόστακ διοίκησε με διατάγματα (Ημερήσιες Διατάξεις)10. Με την Ημερήσια Διάταξη αριθ. 7 της 7ης Απριλίου 1899 αποφάσισε τη διεύρυνση-επέκταση του νεκροταφείου και την απαγόρευση της εκταφής των νεκρών μετά την παρέλευση τριών χρόνων, όπως συνηθίζεται και μέχρι σήμερα. Με την ίδια διαταγή ανακοινωνόταν στους Ρεθεμνιώτες που το επιθυμούσαν ότι μπορούσαν να αγοράσουν οικογενειακό τάφο. Αυτή η επέκταση φάνηκε χρήσιμη και στους ίδιους τους Ρώσους γιατί, ως ομόδοξος λαός μπόρεσαν να ενταφιάσουν στο ίδιο κοιμητήριο τους νεκρούς που είχαν κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στο Ρέθυμνο. Ο Περίανδρος Επιτροπάκης που έχει κάνει μια εξαντλητική εργασία για τους Ρωσικούς τάφους στο νεκροταφείο Ρεθύμνου11, αναφέρει ότι έγιναν 54 τάφοι για ισάριθμους Ρώσους νεκρούς στο νοτιοανατολικό τμήμα του νεκροταφείου και παραθέτει κατάλογο με τα ονόματά τους καθώς και άλλες αναλυτικές πληροφορίες. Ο μεγάλος αριθμός των νεκρών και μάλιστα και μάλιστα σε μια ομάδα νέων υγιών ανθρώπων, όπως είναι οι στρατιώτες, οφειλόταν κυρίως σε λοιμώδεις ασθένειες, όπως κοιλιακό τύφο και ελονοσία. Οι σταυροί των τάφων αρχικά ήταν ξύλινοι και στη συνέχεια αντικαταστάθηκαν με μαρμάρινους (Εικ. 5).
Μάλιστα μετά την αποχώρηση των Ρώσων το 1909, υπάρχουν έγγραφα που αποδεικνύουν ότι υπήρξε φροντίδα για τη συντήρηση και φύλαξη των τάφων εκ μέρους του Ρωσικού κράτους, τουλάχιστον μέχρι την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917. Σήμερα δυστυχώς δεν έχει μείνει κανείς Ρωσικός τάφος εκτός από έναν καλαίσθητο μαρμάρινο σταυρό και μια επίσης μαρμάρινη επιτύμβια στήλη (Εικ. 6).
Το 2019 στην μνήμη αυτών των στρατιωτών στήθηκε μαρμάρινη αναμνηστική πλάκα από την τωρινή Ρωσική Κυβέρνηση (Εικ. 7).
Η Μεσαμπελίτισσα τα τελευταία 100 χρόνια
Από την Ένωση και μέχρι τη δεκαετία του 1950 η κατάσταση στο νεκροταφείο του Ρεθύμνου δεν άλλαξε σημαντικά. Η πληθυσμιακή ανάπτυξη της πόλης -παρά την άφιξη των Μικρασιατών προσφύγων- υπήρξε ασήμαντη12. Επομένως δεν υπήρχε μεγάλη πίεση στην εξεύρεση τάφων για νέες ταφές. Σε φωτογραφία της δεκαετίας του 1920 εικονίζεται το δυτικό άκρο του νεκροταφείου με ελάχιστους τάφους (Εικ. 8). Μερικά χρόνια μετά, σε λεπτομέρεια αεροφωτογραφίας του 1940, βλέπουμε ότι η εικόνα του νεκροταφείου είναι ακόμη σχετικά καλή με ελεύθερους χώρους για νέες ταφές (Εικ. 9).
Από τη δεκαετία του 1950 και μετά υπάρχει μια συνεχώς αυξανόμενη πίεση στο νεκροταφείο σαν συνέπεια της αύξησης του πληθυσμού της πόλης. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ το 1951 οι κάτοικοι της πόλης ήταν μόλις 11.057, το 2001 είχαν σχεδόν τριπλασιαστεί φτάνοντας τους 27.968. Ταυτόχρονα το νεκροταφείο παρέμενε εγκλωβισμένο στα παλαιά του όρια χωρίς να έχει επεκταθεί ούτε κατ’ ελάχιστον. Ήταν επομένως φυσικό και αναμενόμενο σταδιακά να χρησιμοποιηθούν για ταφές όλοι οι ελεύθεροι χώροι του νεκροταφείου, καθώς και τάφοι που οι ιδιοκτήτες τους είχαν προ πολλού αποδημήσει και δεν είχαν απογόνους.
Ήδη από την δεκαετία του 1970 βρίσκουμε στον τοπικό Τύπο κείμενα διακεκριμένων Ρεθεμνιωτών (Σπύρος Λίτινας, Κώστας Ξεξάκης, Μιχάλης Μύρ. Παπαδάκις, Χριστόφορος Σταυρουλάκης), που διεκτραγωδούν και καυτηριάζουν την κατάσταση, μιλώντας για έλλειψη πολιτισμού και ασέβεια προς τους νεκρούς. Έτσι φτάσαμε στη σημερινή απαράδεκτη κατάσταση, που μέχρι την ίδρυση του δημοτικού νεκροταφείου μπορούσε να δικαιολογηθεί κάπως, λόγω της έλλειψης άλλου χώρου ταφής, σήμερα όμως που υπάρχει το δημοτικό νεκροταφείο στα Τρία Μοναστήρια είναι απαράδεκτο να συνεχίζονται οι ταφές στη Μεσαμπελίτισσα. Νομίζω ότι με πρωτοβουλία του Μητροπολίτη μας, που μας έχει αποδείξει ότι είναι ένας άνθρωπος με ανοιχτό μυαλό, θα πρέπει να ξεκινήσει ένα μακρόπνοο πρόγραμμα αποσυμφόρησης του παλαιού νεκροταφείου με κατάργηση τάφων, ώστε να πάψει να διαιωνίζεται η σημερινή απαράδεκτη κατάσταση που δεν τιμά κανέναν, ούτε την πόλη ούτε τους ανθρώπους της .
- Στο σημείο αυτό θέλω να ευχαριστήσω τη φίλη ιστορικό Ασπασία Παπαδάκη, που μου διάβασε και μου μετέφρασε τις δυσανάγνωστες λέξεις.
- Γρυντάκης Γιάννης, Zorzi Troilo, Rettimo 1586-1600, Χανιά, Τάλως 2006, πράξεις 39 & 92.
- Γρυντάκης Γιάννης, Τζώρτζης Πάντιμος, Πρωτόκολλο 1613-1642, Ρέθυμνο 2011, πράξη 205.
- Παπιομύτογλου Γιάννης (Επιμ.), Έγγραφα Ιεροδικείου Ρεθύμνης 17ος-18ος αι., Ρέθυμνο 1995.
- Η περιοχή της σημερινής οδού Κριάρη.
- Μουζούρι = μονάδα βάρους που χρησιμοποιούνταν στην Κρήτη και αντιστοιχούσε σε 15 οκάδες σιταριού ή 13 οκάδες κριθαριού και κατ’ αντιστοιχία μονάδα έκτασης που αντιστοιχούσε στην ποσότητα του καρπού που χρειαζόταν για να σπαρεί ένα χωράφι.
- Αναγράφεται 1703 αντί του ορθού 1701.
- Στην απογραφή του Ν. Σταυράκη του 1881 αναφέρονται 2444 Χριστιανοί και 6691 Οθωμανοί.
- Εφημ. «Παρρησία» Ρεθύμνης φ. 30/12/1888 και 10/1/1889.
- Παπιομύτογλου Γιάννης Ζ. (Επιμ.), Ημερήσιες Διατάξεις της Ρωσικής Διοίκησης στο Ρέθυμνο (Οκτώβριος 1898-Ιούλιος 1899), Ρέθυμνο, ΔΚΒΡ, 2007.
- Επιτροπάκης Περίανδρος Ι., Ρωσικοί τάφοι στο νεκροταφείο Ρεθύμνου, στο Ρωσική παρουσία στο Ρέθυμνο 1897-1909), Ρέθυμνο, ΙΛΕΡ, 2011, σσ. 512-553.
- Το 1913 η πόλη είχε 9.086 κατοίκους και από αυτούς περισσότεροι από τους μισούς ήταν Οθωμανοί, ενώ το 1951 ήταν συνολικά μόνο 11.057.