Με απασχολεί έντονα τον τελευταίο καιρό το πρόβλημα της ανθρώπινης μοναξιάς, ακριβώς διότι η μοναξιά επιδεινώνεται ραγδαία στις μέρες μας εξαιτίας της πανδημίας. Ναι, ο φόβος της νόσησης (και σε τελευταία ανάλυση ο φόβος του θανάτου) αποστερεί τον άνθρωπο από έναν σημαντικό σύμμαχο της ψυχικής του ηρεμίας: την παρέα, τους φίλους, την συντροφιά, τη συντροφικότητα. Τα πράγματα γίνονται πιο περίπλοκα όταν αρχίζει να μας απασχολεί το υπόβαθρο δηλαδή η συνείδηση και οι έρευνες που γίνονται πάνω στο θέμα του διαχωρισμού του συνειδητού από το απείρως ισχυρότερο υποσυνείδητο. Το ενδιαφέρον και η έρευνα για το υποσυνείδητο-ασυνείδητο έχουν όντως φτάσει στο κατακόρυφο. Το παρακάτω μικρό, δικό μου διήγημα έχει σαν θέμα του την απύθμενη, την απελπιστική και αθεράπευτη μοναξιά στην οποία οδηγείται αργά και βασανιστικά ο σύγχρονος άνθρωπος.
– Έπρεπε οπωσδήποτε να πάει στο γιατρό. Δεν ένοιωθε τόσο καλά τελευταία. Κακός ύπνος, εμμονές, φοβίες, εύκολη κόπωση, όλα αυτά μαζί. Πήρε το δρόμο και σε λίγο καθόταν απέναντι στο γιατρό. Δεν ήταν βέβαια και ο «ειδικός των ειδικών», δεν βρίσκεις άλλωστε τέτοιους σε μια επαρχιακή πόλη. Ήταν όμως ένας λιγόλογος και μετρημένος επιστήμονας που εύκολα κέρδιζε την εμπιστοσύνη σου. Έπρεπε πρώτα να διηγηθεί κάποια πράγματα, πως ήταν η ζωή του. Έπρεπε να ξετυλίξει το κουβάρι. Αλήθεια, ποια ήταν η ζωή του, τα όρια, οι ελπίδες του;
Ζούσε σ’ ένα μικρό διαμέρισμα στις παρυφές της πόλης. Κάθε πρωί του άρεσε ν’ ανοίγει την μπαλκονόπορτα και να διασκεδάζει ακούγοντας τις χαρούμενες φωνές των παιδιών και τις προτροπές των μανάδων τους, (Γιωργάκη γύρνα πίσω, Ελενίτσα, το γάλα σου κι άλλα παρόμοια).
Ζούσε μια συνηθισμένη ζωή, σε χαμηλούς τόνους. Του άρεσε να σκέφτεται. Του άρεσε να φιλοσοφεί. Ας μην αφήνουμε το μυαλό να κάθεται και να σκουριάζει.
Άλλοτε πάλι είχε εμμονές. Μια βαριά μπόχα έμοιαζε να αναδύεται όπου αν βρισκόταν. Η ζωή στο γραφείο ήταν βαρετή. Ζούσε συνεχώς περιμένοντας κάτι αόριστο να συμβεί, κάτι καινούργιο, ενδιαφέρον τέλος πάντων.
Έγραφε γράμματα, δεκάδες γράμματα. Έστελνε μερικά σε φίλους μπιστικούς, τ’ άλλα τα έσκιζε. Τον κυρίευε μια βαριά κατάθλιψη όταν αναλογιζόταν πιο άραγε θα ήταν τον μέλλον αυτής της χώρας. Πώς θα βαδίσει μπροστά η νέα γενιά; Αλλά και πιο θα ήταν το μέλλον του πλανήτη με τόσα ήδη οξυμένα περιβαλλοντικά προβλήματα;
Μοιραία ο λογισμός του στρεφόταν στους αρχαίους ημών προγόνους. Σπουδαία αλήθεια παρηγοριά αυτοί οι αρχαίοι. Ο τραγικός ποιητής Σοφοκλής τον συγκινούσε πατόκορφα. Ο μύθος του Οιδίποδα, η Ιοκάστη, η Ηλέκτρα, η Αντιγόνη έκαναν τα συναισθήματά του να διευρύνονται, να απογειώνονται, να αποκτούν μια υφή αιθέρια, να υπερνικούν τα άλματα των ασύνδετων σκέψεων που κάποτε -ευτυχώς σπάνια- έκαναν την αναπνοή του να κόβεται και να τρέχει πανικόβλητος σε κάποιο γιατρό.
Ήξερε πως έπασχε από κάποιες φοβίες, «ιδεοψυχαναγκαστικές διαταραχές» τις λένε τώρα. Τι να σου κάνει κι ο γιατρός όταν είναι ξερό το κεφάλι σου.
Αγαπούσε τη μουσική. Μάρκος Βαμβακάρης -μια φούντωση μια φλόγα έχω μέσα στην καρδιά. Γιάννης Παπαϊωάννου -σουρωμένος θα ‘ρθω πάλι στην παλιά σου γειτονιά. Μπαγιαντέρας -σαν μαγεμένο το μυαλό μου φτερουγίζει, Τσιτσάνης, Χιώτης, Μητσάκης και πάει λέγοντας. Του άρεσε ν’ αφήνει τη σκέψη του να ταξιδεύει στα μελλούμενα. Προσπαθούσε να μαντέψει πως θα είναι το μέλλον.
– Τότε, σ’ αυτό το μέλλον, να δεις που θα ξεπεταχτούν άλλοι, νεώτεροι από εμένα, πολίτες με σπινθηροβόλο πνεύμα, διευρυμένη παιδεία, πίστη στη δημοκρατία, την ελευθερία, τη φιλία και τη συντροφικότητα, άνθρωποι που θα προσφέρουν ολόκληρη την ικμάδα του μυαλού και της ψυχής τους στην έρευνα, την αμφισβήτηση, τις νέες ιδέες, στην ανανέωση και στην πρόοδο.
Βαριά η κατάθλιψη πλακώνει τους δυστυχείς, τους αδύναμους ανθρώπους. Η οικονομική κρίση έκανε τα δύσκολα δυσκολότερα. «Με την πρώτη σταγόνα καλοκαιριού σκοτώθηκε η μελαγχολία. Με την πρώτη σταγόνα της βροχής θα σκοτωθεί το καλοκαίρι», έγραψε στο ημερολόγιό του όταν σήμαινε μεσάνυχτα.
«Πιθανή καταθλιπτική συνδρομή», έγραψε ο γιατρός στην τελική του διάγνωση. Λίγα χάπια σεροξάτ και όλα θα πήγαιναν καλύτερα. Φόρεσε το σακάκι του και χάθηκε στο βάθος του δρόμου. Εξαφανίστηκε μέσα στη μοναξιά του.
* Ο Μανόλης Καλλέργης είναι γιατρός