Μια από τις πόλεις της Ιουδαίας που έχουν συνδεθεί σημαντικά, όπως διαβάζουμε στην Καινή Διαθήκη, με την επίγεια ζωή και δράση του Ιησού Χριστού ήταν η Βηθανία. Η Βηθανία απείχε μόλις δεκαπέντε στάδια από τα Ιεροσόλυμα.
Υπήρχε ένας Φαρισαίος που ονομαζόταν Σίμων και ζούσε στη Βηθανία. Όταν κάποτε προσβλήθηκε από λέπρα, έτυχε να βρίσκεται εκεί ο Ιησούς που περιόδευε με τους μαθητές του. Ο Ιησούς τον θεράπευσε και μεταξύ των δύο αντρών αναπτύχθηκε φιλία.
Ο Σίμων είχε και τρία παιδιά, το Λάζαρο, τη Μάρθα και τη Μαρία. Τα παιδιά ζούσαν με τον πατέρα τους στη Βηθανία. Σε κάποια από τις επόμενες περιοδείες του ο Ιησούς ξαναπέρασε από τη Βηθανία και συνάντησε τη Μάρθα και τη Μαρία και συνδέθηκε με αγάπη και με τα τρία παιδιά του Σίμωνα, θεωρώντας ως τον πιο αγαπητό του φίλο το Λάζαρο.
Έτσι, όταν αρρώστησε βαριά ο Λάζαρος και κόντευε να πεθάνει, οι αδελφές του έστειλαν και ζήτησαν από τον Ιησού να έρθει και να τον θεραπεύσει. Ο Ιησούς άργησε να φτάσει στη Βηθανία και ο Λάζαρος πέθανε. Όταν, όμως, έφτασε στην πόλη των φίλων του, ανέστησε το Λάζαρο και αυτό του έδωσε πολλούς πιστούς ιδίως από την ίδια τη Βηθανία.
Λίγο μετά, καθώς πλησίαζε το Πάσχα, οι Φαρισαίοι των Ιεροσολύμων εξοργίστηκαν που ο Χριστός, ανασταίνοντας το Λάζαρο, αύξησε τους πιστούς σε αυτόν και έβαλαν στο νου τους να σκοτώσουν και τον Ιησού και το Λάζαρο.
Ίσως γι’ αυτό, τις επόμενες ημέρες, μέχρι το Μυστικό Δείπνο, ο Ιησούς και οι μαθητές του έχουν «ορμητήριο» τη Βηθανία, για να μπαινοβγαίνουν στα Ιεροσόλυμα. Μια απ’ αυτές τις ημέρες, ο Σίμων ο Φαρισαίος, ο πρώην λεπρός, παρέθεσε γεύμα προς τιμήν του Ιησού. Την επιμέλεια του τραπεζιού είχε η Μάρθα, ενώ παρέστη και ο Λάζαρος, αλλά η Μαρία, παρά τις αντιρρήσεις του Ιούδα και άλλων μαθητών μα και του Σίμωνα, έχρισε με πανάκριβο μύρο τον Ιησού.
Στη Βηθανία, μάλιστα, ο Ιησούς και οι μαθητές του συνάντησαν και μια συκιά. Επειδή, μάλιστα, ήταν άκαρπη εκείνη την εποχή, ο Χριστός την καταράστηκε να ξεραθεί διαπαντός.
Αφού συνελήφθη, σταυρώθηκε και θάφτηκε, ο Ιησούς αναστήθηκε και σε μιαν από τις επανεμφανίσεις του, την τελευταία, παίρνει τους μαθητές του, τους πηγαίνει στη Βηθανία, ίσως τους εμπιστεύεται, ώστε να είναι ασφαλείς, στην οικογένεια του Σίμωνα, τους ευλογεί και χάνεται στους ουρανούς.