Η αυξημένη τουριστική κίνηση της φετινής σεζόν εκτός από τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον κλάδο ενίσχυσε σημαντικά και τα δημοτικά έσοδα, δίνοντας μια ανάσα ρευστότητας στα δημοτικά ταμεία που τα τελευταία δύο χρόνια είχαν αδειάσει.
Τα έσοδα από τα δημοτικά πάρκινγκ, οι γάμοι αλλά και τα τέλη από τις τουριστικές επιχειρήσεις ενίσχυσαν σημαντικά τις εισπράξεις του δήμου Ρεθύμνου μετά από τη διετία της πανδημίας του κορονοϊού που είχαν «παγώσει».
Ειδικότερα, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της οικονομικής υπηρεσίας του δήμου τα δημοτικά έσοδα καταγράφουν μια αύξηση που φτάνει το 85% σε σχέση με το 2020 και το 44% σε σχέση με το 2021, επιβεβαιώνοντας πως αυτά πλησίασαν στα επίπεδα του 2019. Ωστόσο, παρά τη σημαντική αυτή ανάσα η ραγδαία αύξηση του ενεργειακού κόστους και οι καθηλωμένες κρατικές επιχορηγήσεις-ενισχύσεις των ΟΤΑ, δημιουργούν κλίμα ανασφάλειας και αβεβαιότητας.
Ειδικότερα, η ΣΑΤΑ που είναι η κρατική επιχορήγηση όπου δίδεται για επενδύσεις στον δήμο Ρεθύμνου, ετησίως ανέρχεται στις 750.000 ευρώ τη στιγμή που το τεχνικό πρόγραμμα του δήμου φτάνει τα 60 εκ. ευρώ. Αυτό δείχνει σύμφωνα με τον αντιδήμαρχο Οικονομικών την προσπάθεια που καταβάλλει η δημοτική αρχή να αξιοποιεί κάθε χρηματοδοτικό εργαλείο κυρίως ευρωπαϊκά προγράμματα. Από την άλλη η ΚΑΠ ανέρχεται σε 7.440.000 ευρώ ετησίως, ποσό που σύμφωνα με τον αρμόδιο αντιδήμαρχο Οικονομικών δεν επαρκεί γα την κάλυψη των αναγκών. Παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις όπως λέει προς το αρμόδιο υπουργείο για αλλαγή του τρόπου κατανομής των κονδυλίων, αυτό δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα δεκτό.
«Το 2022 ήταν και συνεχίζει να είναι μια καλή χρονιά για τα οικονομικά του δήμου Ρεθύμνης.
Αυτό οφείλεται κυρίως στην πολύ καλή τουριστική σεζόν που διανύουμε μιας και πάνω από το 60% των ίδιων πόρων του δήμου σχετίζεται άμεσα ή έμμεσα από τον τουρισμό, αλλά και στην επιστροφή στην κανονικότητα μετά από δύο χρόνια οικονομικής ύφεσης.
Μέχρι σήμερα (1/1-7/8) τα έσοδα του δήμου από ίδιους πόρους έχουν ανέλθει στα 4,7 εκ. ευρώ. Την αντίστοιχη περίοδο του 2021 ήταν 3,3 εκ. ευρώ ενώ το 2020 ήταν μόνο 2,5 εκ. ευρώ. Έχουμε δηλαδή μία αύξηση σε σχέση με το 2020 που ξεπερνά το 85% ανέφερε μιλώντας στα «Ρ.Ν.» ο αντιδήμαρχος Οικονομικών Στέλιος Σπανουδάκης και πρόσθεσε ότι: «Για να επανέλθει βέβαια ο δήμος μας στην οικονομική σταθερότητα του 2019 θα πρέπει να έχουμε ακόμα δύο σεζόν όπως τη φετινή. Αυτό το οικονομικό περιβάλλον που είχαμε ως δήμος όλα αυτά τα χρόνια μέχρι και το 2019 δημιουργήσει, με μικρά αποταμιευτικά μαξιλαράκια αλλά και βαλβίδες ασφαλείας, χωρίς ποτέ να υπάρξει καμία αναστολή αναπτυξιακών έργων, αφού εντασσόμασταν σε πληθώρα χρηματοδοτικών εργαλείων, μας κράτησε ζωντανούς το δύσκολο 2020, σε μια περίοδο με μειώσεις εσόδων πάνω από 65%».
Το μεγαλύτερο πρόβλημά όπως εξηγεί ο κ. Σπανουδάκης που υπάρχει αυτή τη στιγμή είναι το ενεργειακό κόστος που έχει εκτοξευτεί στον δήμο Ρεθύμνου μέσα σε ένα χρόνο καταγράφοντας αύξηση κατά 67%. Όπως προσθέτει, το ζήτημα είναι ότι το ενεργειακό κόστος καλύπτεται από τα έσοδα της ανταποδοτικότητας, δηλαδή τα δημοτικά τέλη καθαριότητας και ηλεκτροφωτισμού, που σημαίνει ότι αν το κράτος δεν συνδράμει τους δήμους η αύξηση του κόστους αυτού θα μετακυλήσει στους δημότες. Συμπλήρωσε ότι στη ραγδαία αύξηση του ενεργειακού κόστους έρχεται να προστεθεί και η λειτουργία του εργοστασίου του ΧΥΤΑ Αμαρίου και η επιβολή του τέλους ταφής απορριμμάτων που εκτοξεύει στα ύψη τα κόστη.
Στο πλαίσιο του περιορισμού του ενεργειακού κόστους εντάσσονται μια σειρά έργων του δήμου Ρεθύμνου όπως είναι αυτό του δημοτικού φωτισμού όπου στο τέλος Οκτωβρίου θα ξεκινήσει η τοποθέτηση των πρώτων φωτιστικών τύπου Led στην πόλη και τους οικισμούς του δήμου Ρεθύμνου, ενώ η ολοκλήρωση της εγκατάστασης περίπου 9.500 φωτιστικών θα γίνει σε διάστημα μικρότερο του ενός έτους. Το ποσοστό εξοικονόμησης ενέργειας έχει εκτιμηθεί σε 60 – 65%. Αντίστοιχα, εξοικονόμηση θα επιτευχθεί και μέσα από τα έργα της ενεργειακής αναβάθμισης των σχολικών συγκροτημάτων που είναι σε εξέλιξη αλλά και αυτό του δημαρχείου.
Ωστόσο ζητούμενο για τον δήμο ήταν, είναι και θα παραμείνει η κρατική στήριξη αλλά και να δώσει τη δυνατότητα στους δήμους να μπορέσουν να αξιοποιήσουν άλλους πόρους για την κάλυψη των ενεργειακών τους αναγκών πλην των ανταποδοτικών, κάτι που σήμερα δεν επιτρέπεται.
«Αναφορικά τώρα με την ανταποδοτικότητα και τα έσοδα της καθαριότητας από 1/1 έως σήμερα είμαστε περίπου πάνω από 0.5 εκ ευρώ περισσότερα σε σχέση με το 2020 (5,5 έναντι 5 εκ. ευρώ) και αυτό συμβαίνει κυρίως λόγω των απαλλαγών ή των μειώσεων των δημοτικών τελών που είχε αποφασίσει το δημοτικό συμβούλιο λόγω της πανδημίας το 2020.
Παρόλο που διανύουμε μια καλή χρονιά, σχεδιάζουμε με πολύ μεγάλη προσοχή τα επόμενα βήματα μας διότι η οικονομική ύφεση λόγω πανδημίας, η άνοδος του πληθωρισμού και η ενεργειακή κρίση προμηνύουν ένα δύσκολο οικονομικά χειμώνα. Οι αναθεωρήσεις των οικονομικών αντικειμένων των συμβάσεων τους προς τα πάνω, που ζητούν αρκετοί εργολάβοι που έχουν αναλάβει δημόσια έργα στον δήμο μας, καθώς και ο τριπλασιασμός του κόστους της καθαριότητας μετά τη λειτουργία του εργοστασίου διαχείρισης απορριμμάτων, της εφαρμογής του Τέλους ταφής και της υπέρμετρης αύξησης της ενέργειας και των καυσίμων, δημιουργούν προβληματισμό στην δημοτική αρχή ενόψει και της σύνταξης του προϋπολογισμού του 2023».