Σ’ ολόκληρη τη ζωή του ο καθένας από μας γνώρισε ή πρόκειται να γνωρίσει ελάχιστους, έναν, δύο, το πολύ τρεις πραγματικούς δασκάλους.
Αναφερόμενος εδώ στη λέξη «Δάσκαλος» με κεφαλαίο Δ, θέλω να της δώσω μια ιδιαίτερη σημασία. Δάσκαλο με κεφαλαίο Δέλτα, εγώ εννοώ εκείνον που συμβαίνει να μπορεί να αποκαλύπτει μπροστά στα έκπληκτα μάτια μας και για πρώτη φορά τις αληθινές διαστάσεις της ζωής. Εκείνον που ανοίγει ένα παράθυρο και μας αφήνει να δούμε της ζωής το χρώμα και το νόημα, κι να βρούμε μια σειρά από λόγους για τους οποίους αξίζει να ζούμε χαράζοντας παράλληλα ο καθένας το δικό του δρομολόγιο. Δάσκαλο εδώ αποκαλώ εκείνο που μου κάνει σαφές αν και για ποια πράγματα αξίζει να αγωνίζεται, εκείνον που τελικά μας μαθαίνει ποιο είναι το μαύρο, ποιο το άσπρο και που βρίσκεται η αλήθεια κρυμμένη, αν τελικά υπάρχει κι αυτή. Ένας απ’ τους ελάχιστους μέγιστους τέτοιους Δασκάλους που απάντησα στη ζωή μου ήταν ο Γιάννης Ευθυβούλου Τσουδερός.
Ας πάμε τώρα στη χώρα μας και στον πιο μεγάλο θησαυρό της. Υπάρχει σ’ αυτή τη χώρα ένα θησαυροφυλάκιο, του οποίου ο θησαυρός δεν είναι χρήμα ούτε μετοχές ούτε χρυσές λίρες. Ο θησαυρός αυτός περιέχει λέξεις, φράσεις, κείμενα, λογοτεχνία, ποίηση, ιστορία, διανόηση. Είναι το θησαυροφυλάκιο της Ελληνικής Γλώσσας. Θα συμφωνήσουμε σίγουρα όλοι πως η Ελληνική Γλώσσα είναι ο μεγάλος του έθνους θησαυρός.
Ένας από τους ελάχιστους Έλληνες που κρατούσε τα κλειδιά και είχε πρόσβαση στον πολύτιμο αυτό θησαυρό ήταν ο Γιάννης Τσουδερός. Τα κλειδιά αυτά τα αποχτά κάποιος μόνο με την εργασία και την αξία του. Ο Τσουδερός αφιέρωσε ολόκληρη τη ζωή του στη μελέτη της ελληνικής γλώσσας. Ήταν εκείνος που μου έμαθε να μιλώ ελληνικά και μου ενέπνευσε επίσης την υπερηφάνεια που πηγάζει από την επίγνωση της αξίας της ελληνομάθειας.
Είναι τόσο σπουδαίο αυτό; Ναι, είναι! Πιστεύω βαθειά ότι αν η πλειοψηφία των Ελλήνων είχε μια βαθύτερη γνώση της ελληνικής γλώσσας δεν θα έφθανε αυτή η χώρα ίσαμε εκεί που τη φθάσαμε σήμερα. Δεν θα προσπαθήσω αυτή τη στιγμή να τεκμηριώσω αυτή την άποψη, δεν είναι του παρόντος.
Δεν μου έμαθε μόνο τη γλώσσα μου ο Τσουδερός. Μου έμαθε και την ιστορία μου. «Η Σεισάχθεια ήταν ο σπουδαιότερος νόμος του Σόλωνα». Δεν μπορούσα να φανταστώ πόσο θα μου χρησίμευε αυτή η έννοια αργότερα και μάλιστα στη σημερινή συγκυρία. Δεν μπορούσα να φανταστώ (ούτε εσείς το φαντάζεστε) ότι μέσα σε μια λέξη των αρχαίων Ελλήνων κρύβεται η λύση ενός από τα μεγαλύτερα σημερινά προβλήματα της χώρας.
Τα χρόνια που περνούν μας κάνουν όλους σοφότερους. Μας μαθαίνει η ίδια η ζωή. Το ζήτημα όμως είναι να μπορέσει κάποιος να μάθει μερικές βασικές αλήθειες κάπως έγκαιρα, όσο ακόμη είναι νέος, ώστε να προλαβαίνει να τις εφαρμόσει στη ζωή του. Αυτό ακριβώς χρωστούμε στους δασκάλους. Μας μεταβιβάζουν γνώσεις ενόσω ακόμη είμαστε νέοι έτσι ώστε να έχομε ένα κάποιο όφελος στη ζωή. Δεν θα ξεχάσω τις εξωσχολικές συναντήσεις- συζητήσεις που οργάνωνε ο Τσουδερός με μια μικρή ομάδα 3-5 μαθητών του που είχε ξεχωρίσει και προσπαθούσε να τους δώσει όσο γίνεται περισσότερα εφόδια.
Ο τόπος συνάντησης ήταν το ζαχαροπλαστείο «Νικολαΐδη», στην πλατεία Τεσσάρων Μαρτύρων. Η συζήτηση άρχιζε με την κλασσική ερώτηση του Τσουδερού:
-Λοιπόν, τι σας απασχολεί;
Η συζήτηση συνεχιζόταν για ώρες. Μέσα στο σημερινό καθολικό γκρίζο, η εποχή εκείνη φαντάζει για μένα σαν ένα φωτεινό διάστημα εντατικής πνευματικής συγκρότησης, φαντασίας, αισιοδοξίας και δημιουργίας.
Θα κλείσω υπογραμμίζοντας ότι θα θυμούμαι πάντα με υπέρτατη νοσταλγία το δυναμικό και φωτισμένο μου Δάσκαλο. Εκείνο που μ’ έμαθε να σκέφτομαι, να αμφιβάλλω, να επιμένω, να ερευνώ. Τώρα που πια δεν μπορεί να μιλήσει, τώρα θαρρώ πως θ’ αρχίσει να μου λέει τα πιο μεγάλα, τα πιο συγκλονιστικά μυστικά του.
Ο Μανόλης Καλλέργης είναι γιατρός