Μια ιδέα του αξέχαστου και σπουδαίου εκπαιδευτικού Γιώργη Ζαννουδάκη
Τα παιδιά ήταν πάντα αποδέκτες των συνεπειών κάθε προβληματικής εποχής και στο Ρέθυμνο.
Επί Ενετοκρατίας ήταν τα θύματα του επονείδιστου εθίμου της πρώτης νύχτας τον αφέντη. Και μόνο με τη συνθήκη του Αλέξιου Καλλέργη (1299) ξημέρωσαν καλύτερες μέρες για τα νόθα παιδιά.
Στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας επίσης τα παιδιά ζούσαν τον δικό τους Γολγοθά μετά από κάθε επιδρομή στα χωριά τους. Πολλά από αυτά τα έσερναν στα σκλαβοπάζαρα και τα ίχνη τους χάνονταν με τον χρόνο.
Άλλα πάλι κινδύνευαν να πουληθούν από τους ίδιους τους γονείς για την εξόφληση δημόσιου χρέους.
Όταν ήρθαν στο Ρέθυμνο οι Ρώσοι τα παιδιά είχαν τουλάχιστον εξασφαλισμένο φαγητό, γιατί η εποπτεύουσα τον νομό μας δύναμη, κοντά το καζάνι για τα συσσίτια των στρατιωτών, έβαζαν κι ένα για τις άπορες οικογένειες.
Με την άφιξη των προσφύγων είχαμε άλλες εικόνες φρίκης για τα παιδιά που εκτός από φτώχεια βίωναν και απόλυτη απαξίωση.
Για τα παιδιά αυτά άγγελοι καλοσύνης στάθηκαν η Λέλα Κούνουπα, η Μαρία Παπαιωάννου και φυσικά το Λύκειο Ελληνίδων Ρεθύμνου που έδωσε λύσεις να ζουν τα δυστυχισμένα αυτά πλάσματα με αξιοπρέπεια.
Ένας ακόμα σπουδαίος άνθρωπος που πρόσφερε πολλά στην παιδεία αλλά και αναβάθμισε την ποιότητα ζωής των μαθητών ήταν ο Γιώργης Ζανουδάκης.
Ο φωτισμένος αυτός εκπαιδευτικός αρχές της δεκαετίας του 1930 εισηγήθηκε τη λειτουργία παιδικών κατασκηνώσεων. Το θέαμα των αδύνατων παιδιών, που υπέφεραν τα περισσότερα από αδενοπάθεια εξαιτίας της στερημένης από απαραίτητες τροφές για την ανάπτυξή τους «στοίχειωνε» στη συνείδησή του.
Πρότεινε λοιπόν να εξασφαλιστούν κάποια χρήματα με κάθε τρόπο και να λειτουργήσουν παιδικές κατασκηνώσεις.
Κάθε αρχή και δύσκολη και ομολογουμένως δεν βρήκε άμεση ανταπόκριση ο σπουδαίος εκπαιδευτικός. Ο επιμένων όμως νικά και ο Ζανουδάκης μπόρεσε να εκπληρώσει το μεγάλο του όνειρο χάρις στη στήριξη δυο επίσης εξαίρετων συναδέλφων του, της Ευαγγελίας Δροσάκη και του Γιώργου Δαφέρμου.
Και για τους δυο έχουμε κάνει εκτενείς αναφορές στο παρελθόν γιατί η μεν Ευαγγελία Δροσάκη ήταν ένας επίγειος άγγελος, μια δασκάλα με υψηλή για την εποχή της αισθητική αντίληψη. Η ιδέα της να παρελάσουν ενώπιον του Εθνάρχη Ελευθερίου Βενιζέλου οι μαθήτριές της στην μεγάλη εκδήλωση για την επέτειο της εκατονταετηρίδας σε σχηματισμούς που συμβόλιζαν την ελληνική σημαία ακόμα ήταν θέμα συζήτησης. Η ίδια είχε κερδίσει τις εντυπώσεις βοηθώντας στη διοργάνωση των πρώτων Ανθεστηρίων το 1919.
Και τώρα είδε με μεγάλο ενδιαφέρον την πρόταση του συναδέλφου της.
Ο Γεώργιος Δαφέρμος επίσης που είχε μέχρι τώρα καταφέρει να διατεθούν για εκπαιδευτήρια τούρκικες ιδιοκτησίες και είχε ιδρύσει τον πρώτο μετεωρολογικό σταθμό στα Ανώγεια, όταν υπηρετούσε δεν μπορούσε να αδιαφορήσει όταν δινόταν η ευκαιρία σε μερικά παιδιά έστω να περάσουν καλύτερα μερικές μέρες του καλοκαιριού.
Στο σχετικό υπόμνημα ανταποκρίθηκε αμέσως το Πατριωτικό Ίδρυμα, αλλά και ο δήμος δεν αδιαφόρησε, ενώ απέδωσε και ο έρανος που είχε διοργανώσει η «Εφημερίς των Συζητήσεων» του Πολύβιου Τσάκωνα.
Με αρκετά χρήματα λοιπόν για την αρχή οι τρεις εκπαιδευτικοί οργάνωσαν την πρώτη παιδική κατασκήνωση στα Τρία Μοναστήρια με το πρώτο τμήμα να λειτουργεί στα μέσα Ιουλίου. Είχε προγραμματιστεί η λειτουργία δυο ακόμα τμημάτων. Κάθε τμήμα θα φιλοξενούσε 25 περίπου παιδιά και η διάρκεια λειτουργίας κάθε τμήματος θα ήταν 20 ημέρες. Το γεγονός χαιρετίστηκε με ενθουσιασμό από την τοπική κοινωνία.
Δημοσιογράφος μάλιστα της εποχής έκανε στην «Κρητική Επιθεώρηση» ένα ενδιαφέρον επιτόπιο ρεπορτάζ με πολλά στοιχεία.
Είχε αποφασίσει να βρίσκεται πρωί πρωί στον χώρο της κατασκήνωσης και πράγματι όπως αναφέρει έφθασε κατά τις 7.30 το πρωί.
Οι μαθητές είχαν ήδη σηκωθεί και έκαναν προσευχή. Αμέσως μετά κάθισαν για πρωινό που για τα δεδομένα της εποχής εθεωρείτο πριγκιπικό, αφού εκτός από γάλα περιελάμβανε και αυγό. Μετά τις πρώτες δραστηριότητες του προγράμματος τα παιδιά πήραν και δεκατιανό, στην ώρα του σερβιρίστηκε το πλήρες γεύμα με φρούτο, στις τέσσερις ακολούθησε απογευματινό και στις οκτώ σερβιρίστηκε το δείπνο με φρούτο.
Αμέσως μετά τα παιδιά συμμετείχαν σε βεγγέρα που περιελάμβανε τραγούδι και χορό με τη δασκάλα τους Ευαγγελία Δροσάκη στον ρόλο της εμψυχώτριας.
Ο Γεώργιος Δαφέρμος είχε την ευθύνη της κατασκήνωσης με τη βοήθεια της συζύγου του και φυσικά γενικών καθηκόντων και ακούραστος πάντα ο Γιώργης Ζανουδάκης πανευτυχής όσο έβλεπε τα χαρούμενα πρόσωπα των παιδιών.
Όταν πέρασαν οι 20 μέρες και γύρισαν τα παιδιά σπίτι τους, τρόμαξαν να τα γνωρίσουν οι γονείς τους. Είχαν ροδίσει τα μαγουλάκια τους και είχαν πάρει κάποια κιλά.
Το ίδιο καλά πέρασαν και τα παιδιά που συμμετείχαν στον δεύτερο κύκλο. Ο τρίτος κύκλος όμως στάθηκε άτυχος κι έκλεισε από την πρώτη βδομάδα.
Που να οφειλόταν αυτή η κακοδαιμονία;
Το Πατριωτικό Ίδρυμα, τηρώντας με συνέπεια τις δεσμεύσεις του είχε στείλει 20.000 δρχ. για τη λειτουργία της κατασκήνωσης. Έπρεπε όμως να εγκριθεί η πίστωση και να γίνει αποδοχή από τον Επίσκοπο Τιμόθεο Βενέρη. Εκείνος – ποιος ξέρει για ποιους λόγους – αρνήθηκε να αποδεχθεί την πίστωση και ζήτησε να αλλάξει η αιτιολογία.
Έτσι η κατασκήνωση έκλεισε αλλά για μέρες «άφριζαν» οι αρθρογράφοι στον τοπικό τύπο με προεξάρχοντα τον Πολύβιο Τσάκωνα που τα έψαλε για τα καλά στον Επίσκοπο εγκαλώντας τον για την πράξη του αυτή.
Σημασία έχει ότι δεν προχώρησε η ωραία αυτή πρωτοβουλία που είχε ωφελήσει περίπου 80 παιδιά. Λίγο μετά το κλείσιμο της κατασκήνωσης ο Γεώργιος Ζανουδάκης έδωσε στη δημοσιότητα μια έκθεση πεπραγμένων με πλήρη οικονομικό απολογισμό.
Κατασκηνώσεις «προπαγάνδας»
Στη διάρκεια της Μεταξικής Δικτατορίας η σύζυγος του τότε Νομάρχη Ρεθύμνου Παπαθανασίου, εξυπηρετούσε θαυμάσια τις προπαγανδιστικές ανάγκες του συστήματος με εκδηλώσεις για τα παιδιά.
Άφθονο και εκλεκτό φαγητό για τους φαλαγγίτες και τις φαλαγγίτισσες κάλυπταν ανάγκες βιοτικής μέριμνας και κανένας δεν μιλούσε για την ανάγκη και για δημοκρατία.
Αργότερα, μετά τον πόλεμο και συγκεκριμένα από το 1946 άρχισαν να λειτουργούν από άλλο φορέα οι κατασκηνώσεις στο Αρκάδι και στον Μέρωνα.
Μετά από 15 χρόνια και στον Μέρωνα
Ήταν μέσα του 1946 όταν η Πρόνοια Ρεθύμνου καλούσε τους ενδιαφερόμενους γονείς να στείλουν τα παιδιά τους στην παιδική εξοχή Μέρωνα, να ακολουθήσουν μια διαδικασία. Ήταν καθαρά τυπική. Έπρεπε να εξεταστούν τα παιδιά στο Νοσοκομείο για τυχόν μεταδοτικό νόσημα και να γίνουν οι σχετικές αιτήσεις. Ακολούθησε άλλη ανακοίνωση όπου καλούνταν οι γονείς για μια ενημέρωση και τις υποχρεώσεις που αναλάμβαναν και σε μια ακόμα δημοσιεύτηκε λίστα με τα είδη που θα έπρεπε να πάρουν τα παιδιά μαζί τους.
Για τα πρώτα χρόνια λειτουργίας των κατασκηνώσεων στο Μέρωνα υπάρχει εκτενές ιστορικό στο ημερολόγιο που εξέδωσε ο Πολιτιστικός Σύλλογος της περιοχής με τις τόσες δραστηριότητες. Το πολύτιμο υλικό μας παραχώρησε και τον ευχαριστούμε ακόμα μια φορά ο τόσο σημαντικός για την περιοχή κ. Γιώργος Λιουδάκης που ανέκαθεν συνεργαζόμασταν για θέματα προβολής του χωριού του.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ημερολογίου και με χειρόγραφες μαρτυρίες του παπά Κωστή Χαραλαμπάκη για τη λειτουργία των κατασκηνώσεων παραχωρήθηκε ο χώρος από το εκκλησιαστικό συμβούλιο Μέρωνα προς το υπουργείο Πρόνοιας και Υγιεινής, για να λειτουργήσουν οι «Παιδικές Εξοχές Μέρωνα» στην τοποθεσία Άγιος Νικόλαος, υπό την εποπτεία της B’ Εκπαιδευτικής Περιφέρειας Ρεθύμνου. Σε άλλη χειρόγραφη σημείωση από το βιβλίο πρακτικών του εκκλησιαστικού συμβουλίου Μέρωνα αναφέρεται ότι ο χώρος των παιδικών κατασκηνώσεων λειτούργησε προπολεμικά ως στρατιωτικό αναρρωτήριο. Η λειτουργία των κατασκηνώσεων διακόπηκε προσωρινά για λίγα χρόνια στα μέσα της δεκαετίας του 1950 μέχρι περίπου το 1958, όπου οι κατασκηνωτές μεταφέρθηκαν στη Σχολή Ασωμάτων.
Το 1962 ο χώρος των 30 στρεμμάτων παραχωρήθηκε δωρεάν με συμβολαιογραφική πράξη, μετά από αίτημα του υπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας, από το εκκλησιαστικό συμβούλιο Μέρωνα με τον όρο ότι σε περίπτωση κατάργησης των κατασκηνώσεων η έκταση επανέρχεται αυτοδίκαια στον δωρίζοντα.
Τοποθεσία
Οι κατασκηνώσεις Μέρωνα βρίσκονταν σε ένα ειδυλλιακό τοπίο εντός δασικής έκτασης, κάτω από τον επαρχιακό δρόμο Μέρωνα-Ελένες-Γερακάρι. Κρίθηκε ως απολύτως κατάλληλη λόγω της φυσικής διαμόρφωσης του εδάφους, των πηγών υδροδότησης που βρίσκονται εντός του σημείου αλλά και λόγω του δασικού χαρακτήρα της.
Στις παιδικές κατασκηνώσεις Μέρωνα συμμετείχαν παιδιά και έφηβοι από 7 έως 18 ετών, μαθητές των σχολικών κοινοτήτων της Κρήτης αλλά πολλές φορές και εκτός του νησιού. Η φιλοξενία των κατασκηνωτών γινόταν σε σκηνές στρατιωτικού τύπου. Η σίτιση γινόταν αρχικά υπαίθρια σε προσωρινές κατασκευές δίπλα από τον Ι.Ν. Αγίου Νικολάου και μετά το 1969 σε σύγχρονο κτίριο τραπεζαρίας. Οι εγκαταστάσεις περιελάμβαναν διοικητήριο-αποθήκη, μαγειρεία, φούρνο, υδροδεξαμενή, στέρνα, λουτρά και αφοδευτήρια. Οι χώροι άθλησης ένα γήπεδο ποδοσφαίρου και ένα βόλεϊ ήταν υποτυπώδεις με χώμα. Οι σκηνές του προσωπικού βρίσκονταν στα επίπεδα πάνω από τον Άγιο Νικόλαο, ενώ των κατασκηνωτών πίσω και κάτω από τον Ναό. Οι ανάγκες σε ρεύμα για το φωτισμό κυρίως του χώρου και των σκηνών καλύπτονταν από γεννήτρια Η/Ζ έως και την έλευση του ρεύματος το 1969 στο χωριό.
Η δυναμικότητα της κατασκήνωσης ήταν για 150 περίπου κατασκηνωτές, οι οποίοι διέμεναν σε δύο περιόδους 21 ημερών η κάθε μια. Υπήρχε διαχωρισμός αρένων-θηλέων ανά περίοδο εκτός από τα τελευταία δυο τρία χρόνια, που έγιναν μικτές.
Η Διοίκηση των Παιδικών Κατασκηνώσεων ασκούνταν από τον Αρχηγό, όπως ονομαζόταν, τον Υπαρχηγό (συνήθως εκπαιδευτικούς), τους κοινοτάρχες-τμηματάρχες, τους ομαδάρχες, τον διαχειριστή και το βοηθητικό, τεχνικό και εργατικό προσωπικό. Επίσης υπήρχε ιατρική περίθαλψη από ιατρό και νοσοκόμο.
Δραστηριότητες
Το πρόγραμμα των κατασκηνωτών ήταν οργανωμένο από το πρωί και για όλη την ημέρα, στο οποίο περιλαμβανόταν, αθλοπαιδιές, διάφορα εκπαιδευτικά προγράμματα, εκδρομές και πολιτιστικές δράσεις (θεατρικές, χορευτικές παραστάσεις κινηματογραφικές προβολές κ.ά.).
Συχνά πραγματοποιούνταν και εκδρομές σε κοντινά χωριά, ενώ κάθε Τετάρτη και Κυριακή επισκέπτονταν το Μέρωνα δίνοντάς του ζωή με τα παιχνίδια και τα τραγούδια τους. Αντίστοιχα το εκάστοτε διοικητικό προσωπικό είχε πάντοτε καλές σχέσεις με το χωριό και εύρισκαν μια ευκαιρία να διασκεδάσουν είτε στα καφενεία του είτε ανηφορίζοντας στο «Καμάρι» που λόγω της εγγύτητάς του με τον χώρο των κατασκηνώσεων, είχε γίνει στέκι τους για τις καλοκαιρινές βεγγέρες.
Από τους πρώτους κατασκηνωτές ήταν ο κ. Ανδρέας Σμαραγδάκης υποδηματοποιός, από τους γενναιόδωρους δωρητές στον δήμο Ρεθύμνου. Σ’ αυτόν οφείλουμε την αναφορά ενός περιστατικού που είχε συγκλονίσει το άκουσμά του.
Μια τραγική περίπτωση
Στην κατασκήνωση ήταν ομαδάρχης ένα παιδί από την παλιά πόλη μιας πολύ φτωχής οικογενείας. Ο ομαδάρχης αυτός εντυπωσιασμένος από την αφθονία τροφίμων και κυρίως ψωμιού, και ξέροντας ότι στο σπίτι του πεινούν, πήρε τη μεγάλη απόφαση. Ώρες ανάπαυσης και χωρίς να γίνεται αντιληπτός έπαιρνε ψωμί και το έκρυβε σε ένα μεγάλο σακούλι. Βρίσκοντας μετά ευκαιρίες, έστελνε το ψωμί στο σπίτι του για να φάει η οικογένειά του. Κάποτε όμως έγινε αντιληπτός. Αντιμετωπίστηκε με μεγάλη αυστηρότητα και με αφορμή μια ατάκα του όταν τον κυνηγούσε να τον τιμωρήσει ένας δάσκαλος, άφησε το στίγμα του σε μια γωνιά που αποτελούσε μονοπάτι της ομάδας του. Γιατί τα παιδιά συνήθιζαν παίζοντας να κλείνουν με πέτρες ένα χώρο στον οποίο έδιναν και όνομα.
Όταν λοιπόν ο δάσκαλος κυνηγούσε τον ομαδάρχη που έπαιρνε το ψωμί, εκείνος κατάφερε με την εφηβική ευλυγισία να ξεφύγει από ένα επικλινές έδαφος. Γυρίζοντας μετά και βλέποντας στην κορυφή της κατωφέρειας τον Ιαβέρη του να τον απειλεί, του φώναξε «Αν μπορείς κατέβα». Κι αυτή η φράση έδωσε όνομα στην περί ο λόγος «τσούρα».
Αυτό το δύστυχο παιδί βρέθηκε αργότερα στις κατασκηνώσεις της Σχολής Ασωμάτων. Μια μέρα όμως επιβαίνοντας σε ένα παλιό όχημα της εποχής, έπεσε θύμα τροχαίου κι έχασε τη ζωή του εντελώς άδοξα.
Αυτά μας διηγήθηκε ο αγαπητός συμπολίτης και με αρκετή συγκίνηση μάλιστα.
Από τις εκδρομές που έκαναν θυμάται αυτή στο Γερακάρι. Ήταν ακριβώς δυο χρόνια μετά το ολοκαύτωμα του χωριού. Και οι μικροί εκδρομείς περπατούσαν ανάμεσα από ερείπια και συντρίμμια που θύμιζαν την καταστροφή. Εικόνες που χαράχτηκαν βαθειά στη μνήμη του μικρού τότε Ανδρέα.
Το προσωπικό της κατασκήνωσης
Για τις ανάγκες της λειτουργίας των παιδικών εξοχών του Μέρωνα γίνονταν πρόσληψη εποχικού προσωπικού διαφόρων ειδικοτήτων. Πολλοί από αυτούς εργάστηκαν για αρκετές περιόδους και το όνομά τους έχει συνδεθεί με τη λειτουργία τους. Ανάμεσα τους και πολλοί Μερωνιανοί, κάποιοι από τους οποίους εργάζονταν, πριν την υποδοχή των κατασκηνωτών μόνο για τις εργασίες καθαρισμού, διαμορφώσεων και γενικότερης προετοιμασίας και κάποιοι συνέχιζαν σε ολόκληρη την κατασκηνωτική περίοδο. Ενδεικτικά αναφέρουμε παρακάτω λίστα εργαζομένων με βάση αρχεία του τμήματος Κοινωνικής Πρόνοιας Ρεθύμνου αλλά και προφορικές αναφορές:
Αρχηγοί: Ιωάννης Μυρ. Βαμιεδάκης (Δάσκαλος)*, Μαρίνος Γαλανάκης (Δάσκαλος), Νίκος Σοφιαδής (Δάσκαλος).
Υπαρχηγοί: Θεοχάρης Δουκάκης, Γεώργιος Σταγκουράκης.
Κοινοτάρχες/ισσες: Ιωάννης Λαζάκης, Δήμητρα Δρανδάκη Μαρία Στυλιανουδάκη, Μαρία Τσιχλάκη, Βαρβάρα Παπαδάκη, Θεανώ Δρανδάκη, Αθηνά Βιδιά, Πόπη Βιδιά, Γιώργος Περπιράκης.
Διαχειριστές: Δημήτριος Λιονής, Ιωάννης Λυγίζος.
Βοηθός Διαχειριστή: Αντωνία Αδράμη*, Αθηνά Μοσχονά*.
Ιατροί: Θεανώ Μιχελιουδάκη, Κυριάκος Σωτηρίδης.
Νοσοκόμοι: Μαρία Παυλάκη, Χρυσή Πατεράκη, Κοκό Φυντίκη.
Αποθηκάριοι: Νίκος Μαν. Αδράμης*, Αλέξης Γαργερός*, Γεώργιος Χαραλαμπάκης*, Εμμανουήλ Βαμιεδάκης (πριν γίνει ιερέας)*, Ζαχαρίας Κασωτάκης (Δάσκαλος), Μιχάλης Γερανιωτάκης.
Μάγειροι: Αθανάσιος Δελήμπασης, Γιάννης Πραματευτάκης.
Βοηθοί Μάγειροι: Πάτρα Βαμιεδάκη*, Ρούσα Μαθιουλάκη*, Αικατερίνη Αντ. Μοσχονά-Τζαγκαρούλη*, Αικατερίνη Ελευθ. Μοσχονά*, Αμαλία Τσαχάκη*.
Εργατικό Προσωπικό: Χαρίδημος Μοσχονάς*, Ευγένιος Λιουδάκης*, Λάμπης Καλοειδάς*, Στέλιος Ιακ. Καλοειδάς*, Μιχαήλ Ματθ. Δουλγεράκης*, Εμμανουήλ Καλοειδάς*, Χρήστος Γ. Καλοειδάς*, Μαρία Βαμιαδάκη*, Μαρία Χαραλαμπάκη*, Περικλής Φραντζεσκάκης*, Αλέξανδρος Καντάνιος*, Γιώργης Μοσχονάς*, Σταύρος Καπετανάκης*, Παναγιώτης Καναβάς*, Μιχάλης Φαν. Σημαντήρης*, Κων/νος Βαμιεδάκης*, Ειρήνη Βαμιεδάκη*, Φανούριος Σημαντήρης*, Κων/νος Παναγιωτάκης*, Χριστίνα Μαθιουλάκη*, Αντιόπη Πλουμιστού, Γιάννης Περνιεντάκης, Γεώργιος Γκουγκούφκας, Γεωργία Κουκλινού-Γκουγκούφκα, Κοσμάς Εισαγγελέας, Σπύρος Αρετάκης, Γιώργος Νικολακάκης, Σταύρος Τσουμενής, Μαρία Καπετανάκη, Κούλα Σιδηροπούλου.
Φύλακας: Αναστάσιος Γιαχάκης.
Ηλεκτρολόγος: Αριστοτέλης Καλοειδάς*.
(Σ.Σ. *Με αστερίσκο σημειώνονται οι Μερωνιανοί εργαζόμενοι στις κατασκηνώσεις).
Οι παιδικές κατασκηνώσεις Μέρωνα έπαυσαν τη λειτουργία τους το 1981 λόγω ατονίας του θεσμού και μη ύπαρξης ζωηρού ενδιαφέροντος υποψηφίων κατασκηνωτών. Λειτούργησαν συνολικά για 35 χρόνια με μια παύση στα μέσα της δεκαετία του 1950.
Παρά την προσπάθεια των φορέων του χωριού οι παιδικές κατασκηνώσεις δεν ξαναλειτούργησαν με αυτήν την μορφή, όμως αποτέλεσαν για πολλά χρόνια σημείο επισκεψιμότητας των χωριανών και των φίλων του Μέρωνα για διάφορες γιορτές και εκδηλώσεις όπως Πρωτομαγιά, Εορτή Αγίου Πνεύματος, Καθαρά Δευτέρα, όπου οι Μερωνιανοί έσμιγαν κατά παράδοση κρατώντας τα «βρισκούμενα», γλεντώντας και ξεφαντώνοντας σε παραδοσιακές παρέες.
Ο χώρος των κατασκηνώσεων ήταν ανέκαθεν προορισμός των σχολικών εκδρομών του Δημοτικού Σχολείου Μέρωνα αλλά και διοργάνωσης ποδοσφαιρικών αγώνων μεταξύ ομάδων των γειτονικών χωριών. Επίσης στην στέρνα της κατασκήνωσης ήταν πολλοί αυτοί που έμαθαν να κολυμπούν μιας και η θάλασσα ήταν μακριά.
Μια αξιοποίηση που αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση
Σε αντίθεση με τις κατασκηνώσεις Αρκαδίου ο Μέρωνας αξιοποίησε τον χώρο με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Με βάση μία σύγχρονη τουριστική προοπτική αποτελεί τοπικό Δημοτικό έργο, το οποίο εντάσσεται στον ευρύτερο σχεδιασμό τουριστικής ανάδειξης του δήμου Αμαρίου. Με αναδιαμορφώσεις και ανακαινίσεις που έγιναν στα υπάρχοντα κτήρια, τη δημιουργία βασικών υποδομών (διευρυμένου ηλεκτρικού και αποχετευτικού δικτύου, βιολογικού καθαρισμού, αξιοποίησης των νερών επιτόπιας πηγής), αλλά και κατάλληλες παρεμβάσεις διευθέτησης του περιβάλλοντα χώρου, οι «παλιές κατασκηνώσεις» προετοιμάσθηκαν κατάλληλα, για να μετεξελιχθούν σε αυτό που είναι σήμερα.
Το έργο του δήμου εκμισθώθηκε το 2008 μετά από δημόσιο ανοικτό διαγωνισμό από επιχειρηματία, ο οποίος προσέδωσε στο όλο εγχείρημα έναν καθαρά οικοτουριστικό χαρακτήρα και προσανατολισμό. Η επένδυση που ακολούθησε από μέρους του μισθωτή στηρίχθηκε στην δημιουργία μιας Τουριστικής Κατασκήνωσης Β’ τάξης με άδεια του ΕΟΤ, ανοικτής προς όλες τις ηλικίες, με πρωτότυπες υποδομές υποδοχής και διαμονής που προστέθηκαν, ανταποκρινόμενες στα πιο σύγχρονα διεθνή πρότυπα του οικοτουρισμού (ευρύχωρες σκηνές τύπου «Lodge» από πανί και ξύλο, σκηνές κλασικού τύπου υψηλών προδιαγραφών, υλικοτεχνικός εξοπλισμός για συλλογικές δραστηριότητες, κ.ά.).
Η κατασκήνωση που φέρει πλέον την ονομασία «Wild Nature – Άγρια Φύση» προσελκύει κάθε καλοκαίρι ποικίλες ομάδες ξένων και ημεδαπών περιηγητών, βασικό κίνητρο των οποίων είναι η λιτή διαμονή στη φύση και η άμεση επαφή με το φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον της ευρύτερης περιοχής Αμαρίου.
Το αφιέρωμά μας στις παιδικές κατασκηνώσεις συνεχίζεται.