Αμετάβλητη παραμένει η κατάσταση στις τιμές του ελαιολάδου και στην Κρήτη, ενόσω οι προβλέψεις για την επερχόμενη ελαιοκομική περίοδο είναι ευοίωνες. Καιρού επιτρέποντος, καθότι η κλιματική αλλαγή είναι εδώ και ανά τακτά χρονικά διαστήματα δείχνει τα… δόντια της, η σοδειά αναμένεται να είναι πλούσια. Στην παρούσα φάση διάγουμε την περίοδο της άνθισης. Οι ψεκασμοί για τον δάκο έπονται. Επιπλέον, η δυναμική επιστροφή του τουρισμού έχει φέρει σε περίοπτη θέση τον «χρυσό» της πατρίδας μας: Οι οικονομικές προοπτικές που διανοίγονται είναι – θεωρητικά τουλάχιστον – πολύ ευνοϊκές, ώστε το προϊόν να πάρει την υπεραξία που του πρέπει και του αναλογεί, με (μακροπρόθεσμα) οφέλη για την τοπική οικονομία και επιχειρηματικότητα.
Παράλληλα, όμως, το υψηλό κόστος παραγωγής αποτελεί μία μεγάλη και «ζημιογόνο κατάσταση» για όσους ασχολούνται και βιοπορίζονται από τους ελαιώνες τους. Ο κίνδυνος ερημοποίησης και εγκατάλειψης της γης είναι υπαρκτός…
Η Κρήτη, όπως και η υπόλοιπη Ελλάδα, δέχεται βεβαίως τις πιέσεις απ’ τις νέες αναδυόμενες δυνάμεις, που βρίσκονται γεωγραφικά και παραγωγικά από κάτω μας: στις χώρες της βόρειας Αφρικής αναφερόμαστε με προεξέχουσα την Τυνησία, που κερδίζει συνεχώς έδαφος στην «κούρσα» και στην αγορά του λαδιού.
Οι τιμές και η «πλούσια» ανθοφορία
Ο επιστημονικός σύμβουλος του Σ.Ε.ΔΗ.Κ., Νίκος Μιχελάκης μίλησε στα «Ρ.Ν.», παραθέτοντας τις τιμές και τις εκτιμήσεις του για την παραγωγή και τη γενικότερη πορεία του ελαιολάδου τους επόμενους μήνες.
«Τα πράγματα είναι περίπου τα ίδια, με το προηγούμενο διάστημα, σε ό,τι αφορά τις τιμές στην Κρήτη. Δηλαδή, οι μεγαλύτερες τιμές είναι γύρω στο 3,65, οι μικρότερες γύρω στο 3,30» είπε. Στα ίδια επίπεδα κινείται και η Πελοπόννησος.
«Μια διαφορά υπάρχει στα νησιά, ιδιαίτερα στην Κέρκυρα όπου παρατηρούνται υψηλότερες τιμές γύρω στο 3,90 – για το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο, άριστης ποιότητας. Οι χαμηλότερες (τιμές) είναι 3,25 όπως κι εδώ».
Στα ξένα κράτη, τα κύρια ελαιοπαραγωγικά, οι τιμές σύμφωνα με τον κ. Μιχελάκη διαμορφώνονται ως εξής:
Ιταλία: «παραμένουν περίπου ίδιες, 4,40 με 4,45 οι υψηλότερες και 3,70 οι χαμηλότερες, οι οποίες δείχνουν μία μικρή άνοδο, στο 3,90».
Ισπανία: Παρατηρείται μία «ανεπαίσθητη άνοδος, στα 3,80, για την εξαιρετική ποιότητα του έξτρα παρθένου. Οι χαμηλές τιμές στα 3,30 ευρώ».
Η ανερχόμενη δύναμη, η Τυνησία, «ανέβασε αρκετά τις τιμές της: έχει φτάσει στα 3,5 ευρώ που ήταν πιο πριν αρκετά χαμηλότερη. Ακολουθεί κι αυτή τις ευρωπαϊκές τιμές».
Εξετάζοντας όλα τα παραπάνω, ο κ. Μιχελάκης εξήγαγε το συμπέρασμα ότι «Οπωσδήποτε για τους παραγωγούς, οι τιμές αυτές δεν είναι ικανοποιητικές. Πάντοτε, οι παραγωγοί είναι τελικά εκείνοι που απολαμβάνουν το μικρότερο κομμάτι από τη συνολική πίτα της διακίνησης του ελαιολάδου. Να λάβετε υπόψιν σας ότι εδώ έχουμε τιμές για το έξτρα παρθένο, γύρω στο 3,5 ευρώ (οι καλύτερες) κ.λπ. Οι τιμές που πωλείται το τυποποιημένο στις αγορές του εξωτερικού αλλά και του εσωτερικού είναι πάνω από 10 ευρώ. Καταλαβαίνετε ότι οι παραγωγοί απολαμβάνουν ένα πολύ μικρό κομμάτι από τη συνολική αξία που αποκτά το ελαιόλαδο μέχρι τον καταναλωτή. Επομένως, δεν (πρέπει να) είναι ευχαριστημένοι. Από εκεί και πέρα, ειδικά εφέτος, τα πράγματα δείχνουν να είναι ακόμα χειρότερα, δεδομένου ότι υπάρχουν οι γνωστές αυξήσεις στα λιπάσματα, στην ενέργεια, επομένως επηρεάζεται το κόστος παραγωγής κατά πολύ. Επομένως, υπάρχει μία μεγαλύτερη ζημιογόνος κατάσταση για τους παραγωγούς».
Από την υπάρχουσα κατάσταση της ανθοφορίας και στην Κρήτη αλλά και στις υπόλοιπες περιοχές της χώρας, η επόμενη παραγωγή «φαίνεται να είναι αρκετά καλή» διαπιστώνει ο κ. Μιχελάκης. «Εδώ στην Κρήτη, οι πληροφορίες λένε ότι η ανθοφορία είναι πλούσια σχεδόν σε όλες τις περιοχές, επομένως αν δεν υπάρξουν κάποιες απροσδόκητες δυσμενείς εξελίξεις (π.χ. καύσωνες, οι οποίοι μπορούν να καταστρέψουν την ανθοφορία) ή ξηρασία η οποία και αυτή μπορεί να επιδράσει δυσμενώς – αν δεν έχουμε καμία βροχή έστω και μία με δύο βροχές τον Μάιο, όλα αυτά αν δεν συμβούν θα έχουμε μία καλή σοδειά από πλευράς ποσότητας. Αυτό δεν σημαίνει ότι και οι τιμές θα είναι ανεβασμένες, γιατί συνήθως όταν έχουμε καλή παραγωγή, όταν έχουμε πλούσια παραγωγή, οι τιμές πέφτουν. Αυτός είναι και ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης» διευκρίνισε ο επιστημονικός σύμβουλος του ΣΕΔΗΚ.
Ο ανταγωνισμός
Η είσοδος νέων ανταγωνιστριών χωρών στην παραγωγή είναι μία εξέλιξη που υπάρχει εδώ και χρόνια. Απ’ τη βόρεια Αφρική ξεχωρίζει η Τυνησία, μια χώρα η οποία όπως εξηγεί ο κ. Μιχελάκης «έχει ένα προνομιακό καθεστώς ως προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, γιατί μέχρι τώρα τουλάχιστον μπορούσε να εισαγάγει στην Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς δασμούς ένα μεγάλο ποσοστό της παραγωγής της. Το οποίο (καθεστώς) βεβαίως δεν ξέρουμε αν θα συνεχιστεί, γιατί οι βιομηχανίες της Ευρώπης οι οποίες τυποποιούν ελαιόλαδα επιθυμούν και θέλουν αυτή τη ρύθμιση, γιατί τους επιτρέπει να αγοράζουν φθηνότερο λάδι από την Τυνησία».
Η Ελλάδα είναι τρίτη στην κατάταξη με τις χώρες παραγωγής. Ακολουθεί η Τυνησία, η οποία καμιά φορά μας περνάει όταν δεν έχουμε… βεντέμα.
«Πέρα από την Αφρική, υπάρχουν κι άλλες χώρες: είναι η Αυστραλία, είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες και διάφορες άλλες χώρες όπου επιχειρείται η προώθηση της ελαιοκαλλιέργειας» μας πληροφορεί ο επιστημονικός σύμβουλος του ΣΕΔΗΚ. Ωστόσο, «δεν υπάρχουν και τόσο ενθαρρυντικά αποτελέσματα. Δεν είναι εύκολο να επικρατήσει ελαιοκαλλιέργεια τόσο αποδοτική όσο στις μεσογειακές χώρες. Η Κίνα π.χ. επιδιώκει πάρα πολλά χρόνια να έχει μία τέτοια εξέλιξη, αλλά δεν τα καταφέρνει, γιατί δεν υπάρχουν οι κατάλληλες κλιματολογικές συνθήκες».
Οι ψεκασμοί και η εγκατάλειψη
Οι ψεκασμοί για τον δάκο «πρέπει να γίνονται όταν ο ελαιόκαρπος αρχίζει να γίνεται δεκτικός για προσβολές» εξηγεί ο κ. Μιχελάκης. «Δηλαδή, Αυτή η περίοδος δεν έφτασε ακόμα. Είμαστε ακόμα στην περίοδο της άνθισης. Θεωρούμε ότι θα περάσει πάνω από ένας μήνας – ίσως και 1,5. Συνιστάται, ο πρώτος ψεκασμός (που πάντοτε πρέπει να είναι γενικός) να έχει ολοκληρωθεί πριν από την πήξη του πυρήνα, πριν ο ελαιόκαρπος φτάσει στο στάδιο που είναι δεκτικός προσβολής, για να είμαστε εξασφαλισμένοι».
Η σοδειά διαφαίνεται καλή. «Οι κίνδυνοι που εγκυμονούνται εφέτος είναι οι ζημιές από καύσωνες, η κακή εξέλιξη από την πλευρά του δάκου και η ξηρασία. Περιμένουμε 1-2 βροχοπτώσεις τον Μάιο. Αυτό μπορεί να διορθωθεί με κάποιες αρδεύσεις, όπου αυτό μπορεί να καταστεί δυνατό» σημειώνει ο έμπειρος επιστήμονας.
«Του χρόνου οι τιμές με μία καλή σοδειά μπορεί να φτάσουν πιο κάτω και από το 3,30-3,40» είναι η δυσοίωνη πρόβλεψή του. «Αποτέλεσμα (και) αυτού, πολλοί ελαιώνες να εγκαταλείπονται». Θα προσθέσει συγκεκριμένα: «Όταν βρίσκονται σε δύσβατες περιοχές (οι ελαιώνες) το κόστος της συγκομιδής αλλά και των άλλων καλλιεργητικών φροντίδων είναι τόσο υψηλό, που δεν σε συμφέρει να πας να το συγκομίσεις. Πολλοί παραγωγοί εγκαταλείπουν αρκετούς ελαιώνες. Αποτέλεσμα να έχουμε πολλές φορές πυρκαγιές σε ελαιώνες».
Ο τουρισμός και η δυναμική επιστροφή του μπορεί να δώσει την κατάλληλη ώθηση στο ελαιόλαδο, αν και όπως θα επισημάνει ο κ. Μιχελάκης τα τελευταία χρόνια στην Κρήτη έχει παρατηρηθεί επιχειρήσεις του τουρισμού και της εστίασης να μην επιλέγουν τον «χρυσό» του νησιού μας, αλλά να αρκούνται σε σπορέλαια αμφιβόλου ποιότητας.