Χαράζει. Τα Χριστούγεννα είναι μπροστά μας και ο παντοδύναμος νέος χρόνος στέκει στην πόρτα χαμογελώντας ειρωνικά. Αφότου οι άνθρωποι κατάλαβαν ότι δεν μπορούν να σταματήσουν το χρόνο, αποφάσισαν απλά να τον …γιορτάζουν!
Ας γιορτάσουμε λοιπόν! Ας πιούμε ρακί, ας διασκεδάσουμε, ας ξεχάσομε τα προβλήματα (αν είναι αυτό δυνατόν) αλλά το σπουδαιότερο, ας συλλογιστούμε!
Το τζάμι γέμισε ηλιοβασίλεμα. Μου έλεγες συχνά ότι ένα ηλιοβασίλεμα στην ακρογιαλιά αρκεί για να γκρεμιστούν οι κοσμοθεωρίες και τα μαθηματικά θεωρήματα του κόσμου ολόκληρου. Το έλεγες και βέβαια είχες δίκιο.
– Ολοένα ονειρευόμαστε, λες και θα είμαστε αιώνιοι, πήρε πρώτος το λόγο ο Θωμάς, (ο Θωμάς είναι ο αντίλαλος της συνείδησής μου).
Παραμερίζομε τα χρόνια και παριστάνομε δήθεν τους έκπληκτους:
– Μα πως πέρασαν τα χρόνια… Για δες πως μεγάλωσε η Ελενίτσα, ο Γιωργάκης! Να όμως που πράγματι ο καιρός περνά και ο καινούργιος χρόνος στέκει και πάλι στην πόρτα.
Πολύ κοντά πια στα Χριστούγεννα, μέσα στο κλίμα το γιορτινό, μακάρι λέει να είχα κι εγώ -έστω για λίγο- τη χάρη του Παπαδιαμάντη και να μπορούσα να γράψω ένα παρόμοιου ύφους Χριστουγεννιάτικο κείμενο. Σαν τη «Σταχομαζώχτρα» ας πούμε, ή σαν το «Άνθος του γιαλού».
«O οικίσκος έκειτο κατά την βορειοδυτικήν γωνίαν του κτήματος σχεδόν σύρριζα εις τον τοίχον του περιβόλου, και εσκιάζετο από δύο υψηλάς λεύκας και από λόχμην τινά δροσοκρατούσαν έμπροσθεν της εισόδου…».
Μια όμως που δεν γίνεται να γράψω σαν τον κυρ-Αλέξανδρο, θα περιοριστώ να προσηλώνω το βλέμμα στο πάντοτε γόνιμο ελληνικό φως που με ξυπνά κάθε πρωί γεμάτο υποσχέσεις για γαλανές μέρες και υψιπετή όνειρα.
Και κάθε βράδυ, όταν πια η ημέρα κουράζεται απ’ τα όνειρα, όταν το τζάμι γεμίζει ηλιοβασίλεμα κι εγώ κατάκοπος πέφτω να κοιμηθώ, το νανούρισμα αναλαμβάνει η Σελήνη. Στα όνειρά μου πάντα η βρύση του χωριού μου, κάτι αρχαίες πέτρες της Ελεύθερνας, η Όαξος κι ο βασιλιάς της ο Ετέαρχος, η κόρη του η Φρονίμη που αντιπαλεύει τη μητρυιά της και τα αποσπάσματα του Ηράκλειτου.
Σκέφτομαι ότι εδώ, στην Ελλάδα που μας απέμεινε, εκτός από τα μάρμαρα του Παρθενώνα, κάποιοι μας έχουν κλέψει και την αθωότητα. Μας έχουν κλέψει την καρδιά του Σωκράτη και του Πλάτωνα, μας έχουν κλέψει τον Έσπερο της Σαπφούς και τη ροδιά του Αρχίλοχου που άνθιζε στους αρχαίους μας κήπους. Πρώτο μας μέλημα λοιπόν, να περισώσομε την αθωότητα και τον πυρήνα μας τον σπερματικό, ισχυροποιώντας αυτά τα δυο και αποκλείοντας κάθε κίβδηλο για την συνείδησή μας στοιχείο. Πρέπει να αγαπήσομε και πάλι τη χώρα μας. Πρέπει να παλέψομε με το θεριό της διαφθοράς όπως ο Ηρακλής πάλεψε με τη Λερναία Ύδρα και τη νίκησε. Είναι ανάγκη να οραματιστούμε πετώντας κάπου ψηλά. Να πορευτούμε προς μια καινούρια αθωότητα αδιαπραγμάτευτη, ελληνική και παγκόσμια.
* Ο Μανόλης Καλλέργης είναι γιατρός