Σύμφωνα με τον κ. Τσίπρα, εκεί που όλα ήταν ρόδινα, ξαφνικά τα τέσσερα τελευταία χρόνια έχουν συμβεί πράγματα χωρίς προηγούμενο στη χώρα. Η Ελλάδα δεν είναι πλέον ο επίγειος παράδεισος που ήταν το 2019.
Δεν υπάρχουν εισοδήματα. Τα νοσοκομεία είναι ερημωμένα, γιατροί δεν υπάρχουν, ενώ στα σχολεία και τα πανεπιστήμια δεν υπάρχουν δάσκαλοι και καθηγητές. Οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες είναι με τη θηλιά στον λαιμό, δεν βγαίνουν και η αδικία είναι καθεστώς (ότι κι αν σημαίνει αυτό). Η αγροτική παραγωγή κοντεύει να σταματήσει. Οι νέες και οι νέοι φεύγουν άρον άρον για το εξωτερικό, ενώ οι πλειστηριασμοί αρπάζουν αδιακρίτως όλη την περιουσία των Ελλήνων. Αν είχε περισσότερο χρόνο σίγουρα θα έλεγε ότι οι επαγγελματίες του τουρισμού δεν βλέπουν τουρίστες ούτε με το κιάλι.
Αυτές ήταν οι δηλώσεις του Αλέξη Τσίπρα στην ελεύθερη τοποθέτηση του στο debate. Αυτές ήταν οι δηλώσεις ενός ανθρώπου που επιχειρεί να εμπνεύσει εμπιστοσύνη και ελπίδα στους πολίτες για ένα καλύτερο αύριο. Το πρόβλημα της σύγκρουσης της πραγματικότητας με τη δυστοπία που παρουσιάζει ο κ. Τσίπρας δεν έχει να κάνει μόνο με την πτώση της (ήδη ευρισκόμενης στα τάρταρα) αξιοπιστίας του. Η παρουσίαση αυτής της ακραίας δυστοπίας έχει δύο προεκτάσεις.
Πρώτον, αναρωτιέται κανείς, πως είναι δυνατόν να φέρει λύσεις στα προβλήματα της κοινωνίας ένας άνθρωπος που αδυνατεί να τα αντιληφθεί; Γιατί προβλήματα υπάρχουν και μάλιστα πάρα πολλά. Όπως υπάρχει και πολύς κόσμος που περνάει δύσκολα. Πώς όμως είναι δυνατόν να αντιληφθεί την φύση τους ένας άνθρωπος που παρουσιάζει την παραπάνω δυστοπική εικόνα για την Ελλάδα του 2023 (η οποία καταστράφηκε ολοσχερώς μετά το 2019); Πώς μπορεί ένας άνθρωπος να θέσει στόχους και να προτείνει υλοποιήσιμες εναλλακτικές όταν κινείται σε ένα παράλληλο σύμπαν;
Το δεύτερο (και βασικότερο) είναι ότι αυτή η δυστοπική εικόνα αποσκοπεί στο χαμήλωμα του πήχη. Χαμηλώνει την βάση από την οποία ξεκινά και ζητάει να κυβερνήσει. Αν δεχθεί τα νούμερα, τους δείκτες και τα δεδομένα, θα πρέπει όταν αναλάβει την εξουσία να τα υπερβεί. Αν παρουσιάσει μια «καμένη γη», η οποία στην πραγματικότητα δεν υφίσταται, δεν χρειάζεται να προσπαθήσει και πολύ. Εφόσον το 2019 ήταν ο παράδεισος και το 2023 η κόλαση, τότε όταν παραλάβει περισσότερο ψηφιοποιημένο κράτος, λιγότερη ανεργία, υψηλή ανάπτυξη, δεκάδες χιλιάδες παραπάνω διορισμένους δασκάλους και πολλά άλλα, ε τότε δεν χρειάζεται να προσπαθήσει και πολύ για να δείξει ότι προόδευσε την χώρα. Έχει έτοιμα δεδομένα για να σβήσει τη δυστοπία που παρουσίαζε και που θα ισχυρίζεται ότι εκείνος ήταν που μας έβγαλε από αυτήν. Με μαγικά και την πίστη των ευσεβών που δέχονται τα λεγόμενά σου. Η ελάσσων προσπάθεια είναι αρκετή για την διακυβέρνηση του.
Στο ίδιο πνεύμα ο κ. Τσίπρας διαλαλεί το «να ξανακάνουμε την Ελλάδα κανονική ευρωπαϊκή χώρα». Δηλαδή η Ελλάδα που όλοι ξέρουμε ήταν μια κανονική ευρωπαϊκή χώρα την τελευταία δεκαετία και όχι ο περίγελος του πλανήτη όπως πιστεύαμε ορισμένοι καχύποπτοι. Ήταν το ευρωπαϊκό υπόδειγμα μέχρι που ήρθε το 2019 και γκρεμίστηκαν όλα. Αν εκλεγεί λοιπόν ο κ. Τσίπρας θα μας βγάλει από τη δυστοπία του 2023 και θα μας επιστρέψει στην «κανονικότητα» και «ευρωπαϊκότητα» του 2015-2019.
Πρόοδος σημαίνει να κάνεις βήματα εμπρός από το επίπεδο που ήδη βρίσκεσαι. Και για να την επιτύχεις πρέπει να έχεις αντίληψη αυτού του επιπέδου. Ο κ. Τσίπρας θα μπορούσε να υποσχεθεί πράγματα που θα υπερβαίνουν τη σημερινή μας βάση. Να βάλει για παράδειγμα στόχους για Χ ποσοστό μείωσης της ανεργίας κάτω από το 10% που είναι σήμερα κι όχι να υπόσχεται να μας ξανακάνει μια «κανονική ευρωπαϊκή χώρα» του 20% ανεργίας που παρέδωσε. Να βάλει στόχους για ποσοστό Ψ ανόδου των εξαγωγών και πολλά άλλα. Αντί αυτών, με τη δυστοπία που παρουσιάζει, χαμηλώνει τον πήχη που καλείται να ξεπεράσει και δείχνει ότι δεν έχει καν επαφή με την πραγματικότητα πάνω στην οποία καλείται να «χτίσει».
Δεν υπάρχουν ούτε δυστοπίες, ούτε ουτοπίες. Υπάρχει ο πραγματικός κόσμος. Το βασικό πρόβλημα με τον κ. Τσίπρα δεν είναι η έλλειψη μετρήσιμων και υλοποιήσιμων στόχων και εναλλακτικών. Δεν είναι η αδυναμία κατανόησης των προβλημάτων και των αναγκαίων λύσεων. Δεν είναι καν η αδυναμία του να περάσει τον σημερινό πήχη. Είναι η διαρκής και συνειδητή του προσπάθεια να κατεβάζει τον πήχη πολύ χαμηλά έτσι ώστε να μπορεί να τον περάσει όσο πιο εύκολα γίνεται.
*Ο Γεώργιος Νάστος είναι πολιτικός επιστήμων