-
Και μια ομιλία του Γιώργη Καλομενόπουλου το 1954
Θα φανεί κάπως υπερβολικό να αναφέρω στον πρόλογο δικές μου μνήμες από εκδηλώσεις για να τιμηθεί η επέτειος της θρυλικής μάχης της Κρήτης, αλλά το κεφάλαιο αυτό έχει και για την ταπεινότητά μου ιδιαίτερα σημασία, λόγω του ότι έζησα από κοντά μεγάλους δημιουργούς που ασχολήθηκαν με το θέμα. Έτσι εκτός από τα ολοκαυτώματα είναι και η Μάχη της Κρήτης που μου προκαλεί μια ιδιαίτερη συγκίνηση, καθώς θυμάμαι αφορμές που με έκαναν να γνωρίσω σε βάθος το σπουδαιότερο κεφάλαιο της σύγχρονης ιστορίας.
Πρώτα ο πεθερός μου Δημήτρης Λαδιάς που μαζί με τους άλλους τρεις Γιάννη Τερζιδάκη, Γιάννη Λαγουδάκη και Μανούσο Μανουσάκη, ξεγέλασαν τον θάνατο εκεί στην άμμο των Μισσιρίων μεσούσης της μάχης.
Σώθηκαν από την εκτέλεση σαν από θαύμα. Ποτέ όμως δεν ξεπέρασαν την αγωνία εκείνης της στιγμής.
Έπειτα γνώρισα τον συγγραφέα της μάχης της Κρήτης Μάρκο Πολιουδάκη.
Από μια παρεξήγηση γίναμε οι καλύτεροι φίλοι και συνεργάτες στην προσπάθειά του να καταγράψει λεπτομερώς εκείνα τα συγκλονιστικά γεγονότα.
Ήταν στα πρώτα βήματα της καριέρας μου. Κι ήρθε μια μέρα ο Μάρκος να με ενημερώσει για την επίσκεψη του Ίαν Κάμπελ, δικού του καλεσμένου. Ήθελε όπως μου είπε να συμβάλει σε μια αναβάθμιση της επετείου που τότε που αναφέρομαι ήταν απλά ένα μνημόσυνο.
Εγώ – και ντρέπομαι εκ των υστέρων ομολογώ – ιδέα δεν είχα περί Κάμπελ. Και με την ανεμελιά της ηλικίας μου πήγα κι ένα τέταρτο καθυστερημένη στη συνάντηση που είχε οριστεί στο σπίτι απέναντι από τη σχολή Χωροφυλακής.
Ο Μάρκος με υποδέχτηκε με μια γερή κατσάδα – με το δίκιο του – απορώντας για το θράσος μου να «στήσω» έναν τόσο σημαντικό άνθρωπο.
Ο Κάμπελ που περίμενε υπομονετικά στο σαλόνι με την υπέροχη κα Αγλαΐα Πολιουδάκη να του κρατάει συντροφιά με δέχτηκε με μεγάλη ευγένεια. Κι ομολογώ ότι πολύ αργότερα που γνώρισα τη μεγάλη συμβολή του Κάμπελ στη διεξαγωγή της θρυλικής μάχης δεν μπορούσα να φανταστώ ότι εκείνος ο γλυκύτατος κύριος με το μειλίχιο ύφος ήταν από τους βασικούς πρωταγωνιστές εκείνης της μεγάλης ιστορικής στιγμής για τον τόπο.
Εκείνη ακριβώς την περίοδο (1975) κυκλοφορούσε και ο δίσκος με το κλασικό σήμερα έργο του Μπάμπη Πραματευτάκη «Ωδή στη Μάχη της Κρήτης». Και όλοι οι συντελεστές του έπαιρναν βαθειά ανάσα ανακούφισης γιατί δεν είχαν περάσει και λίγες περιπέτειες.
Στην αρχή όλα πήγαιναν καλά. Ο Μπάμπης Πραματευτάκης από το 1973 που επέστρεψε από το Μόναχο, αξιοποίησε την ευκαιρία της καλής γειτονία στο Παγκράτι με τον σπουδαίο μας λόγιο και συγγραφέα Δημήτρη Αετουδάκη και γράψανε την ωδή. Η εγγραφή στο στούντιο πήγαινε καλά μέχρι που δημιουργήθηκε θέμα με τον σολίστα. Είχε επιλεγεί να τραγουδήσει ο Νίκος Ξυλούρης που έδειχνε να τον έχει ενθουσιάσει και το θέμα και η μουσική. Δυστυχώς όμως Μπάμπης Πραματευτάκης και Νίκος Ξυλούρης ανήκαν σε διαφορετικές δισκογραφικές εταιρίες. Ευτυχώς έσωσε την κατάσταση ο Ψαραντώνης (Μπορείτε να βρείτε τη μνημειώδη αυτή εκτέλεση στο κανάλι μου Εύα Λαδιά στο υoutube https://youtu.be/MojYtDw4Z4g).
Από τη μια ο Πραματευτάκης από την άλλη ο Πολιουδάκης μπήκαν γερά τα θεμέλια για την αναβάθμιση της επετείου.
Δεν μπορούμε να μην αναφέρουμε και το γνωστό έργο του Κώστα Μουντάκη που δίνει τη σπουδαία παραδοσιακή νότα στο συγκλονιστικό γεγονός.
Η απογείωση όμως της επετείου ήταν στα πενήντα χρόνια επί νομαρχίας Παναγιώτη Κλάδου https://youtu.be/Ms77q4r9-QQ.
Πέρασαν τα χρόνια. Ο Μάρκος Πολιουδάκης που έκανε τόσες θυσίες για την αναβάθμιση της επετείου έφυγε με το παράπονο. Ακόμα είναι στις αποθήκες το σπάνιο υλικό που θα αποτελέσει ένα μουσείο Κρήτης αντάξιο της μεγάλης αυτής εποποιίας.
Κι εμείς κουραστήκαμε να ακούμε τα ίδια και τα ίδια για το μουσείο, αυτό που έμεινε όνειρο θερινής νυκτός, για να «τρίζουν» τα κόκκαλα του αξέχαστου Ρεθεμνιώτη. Ξεχάσαμε ξαφνικά τι του οφείλουμε. Να υπάρχει κάποια σκοπιμότητα στην κατά παράδοξο τρόπο «πάγωμα» αυτού του έργου;
Ποιος ξέρεις και ποιος μπορεί να πάρει την ευθύνη μιας τόσο σοβαρής υποψίας.
Το ίδιο βέβαια ξεχάστηκε και χωρίς τύψεις μάλιστα ο άλλος χρονογράφος των γεγονότων γύρω από τη Μάχη στα Περιβόλια, ο αξέχαστος δάσκαλος Αλκιβιάδης Μαυράκης. Ευτυχώς υπάρχουν και αυτού τα βιβλία του για να φωτίζουν με ιστορικά στοιχεία εκείνη τη συγκλονιστική περίοδο στο γραφικό προάστιο του Ρεθύμνου που γράφτηκαν οι σημαντικότερες επιχειρήσεις της μάχης.
Δημοσιεύματα με ξεχωριστό ενδιαφέρον
Εξαιρετικό ενδιαφέρον όμως παρουσιάζουν και τα δημοσιεύματα στον τοπικό τύπο, τα πρώτα χρόνια μετά την απελευθέρωση, που δείχνουν πως η τοπική κοινωνία τιμούσε την τραγωδία στα Μισσίρια. Ιδιαίτερα το παρακάτω άρθρο του Νικολάου Ανδρουλιδάκη στην εφημερίδα «Πολιτεία» Μάιος 1949:
«Το δράμα των Μισιρίων
Οι γενναίοι που φονεύουν και καίουν άμαχους και γυναίκας
Χθες, ώρα 11 ετελέσθη το μνημόσυνον χοροστατούντος του Θ. Επισκόπου Λάμπης Κ. Ευμενίου, των εις Μισίρια εκτελεσθέντων 110 Πατριωτών, Του μνημοσύνου μετέσχον αι αρχαί, αι οργανώσεις, τα εφεδρικά και αναπηρικά Σωματεία, οι Όμηροι και πολύς κόσμος.
Οι Γερμανοί αλεξιπτωτισταί, εμάχοντο εις γραμμήν, αρχομένην από της ακτής Περιβολίων μέχρι του Νεκροταφείου και των ύπερθεν λόφων.
Την πρώτην ημέραν της μάχης, οι αλεξιπτωτισταί είχον συλλάβει εις περιβόλια πολλούς άνδρες και Γυναίκες τους οποίους εχρησιμοποίησαν εις αγγαρείας και ως προκαλύματα.
Εις την μάχην είχον μετάσχει πολλοί πολίται, με καραμπίνες ή οξειδωμένα όπλα, αλλά με το πείσμα των ανθρώπων που ζητούν με κάθε θυσίαν να υπερασπίσουν το πάτριον έδαφος.
Πολλοί εκ των συλληφθέντων ομήρων ήσαν Ρεθύμνιοι, οι οποίοι είχον εξέλθει «χάριν ασφαλείας» εις περβόλια – χωρίς να ειδοποιηθούν και απομακρυνθούν, ενώ ήτο γνωστόν από την 10 της πρωΐας, ότι εις τα Χανιά διεξήγοντο μάχαι και ότι επέκειτο και εδώ η επίθεσις, η οποία, έπρεπε να προβλεφθή ότι θα εγίνοντο κατά μήκος της ακτής μέχρι Σκαλέτας. Την 23 ην και 24 ην οι αλεξιπτωτισταί διότι δεν είχαν αποσυρθή οι ιδιώται μαχηταί, εξετέλεσαν εις την ακτήν των Μυσιρίων, 110 ομήρους, μεταξύ των οποίων και 12 Γυναίκες.
Μετά τούτο, άλλα πτώματα έκαυσαν και άλλα έρριψαν εις τι εκεί φρέαρ. Διαρκούσης της Κατοχής οι Γερμανοί απηγόρευσαν την ταφή, των νεκρών.
Μεταξύ των εκτελεσθέντων ήσαν και οι αξέχαστοι συμπολίται Γιάννης Σιράγας, Εμμ. Μπριλάκις, Αναξαγ. Μπουμπουλάκις, Αντ. Βογιατζάκις, Αντ. Σαραντινάκις, Χαρίτος Καλομενόπουλος, Μιχ. Ηλιακάκις, και Ευάγγ. Τουρνάκις.
Μετά την απελευθέρωσιν εγενέτο η περισυλλογή των πτωμάτων, τα οποία δυσκόλως ανεγνωρίσθησαν. Ήδη τα οστά φυλάσσονται εις κρύπτην, εις την οποίαν πάντοτε ανάπτει κανδήλα. Την 9 ην επέτειον – 1950 – θα έχει στηθή το Άγαλμα της Ελευθερίας επί του Τύμβου, ειργασμένον από τον Γλύπτην μας κ. Γιάνη Κανακάκιν και διά την δαπάνην του οποίου εισέφεραν οι εν Αφρική Κρήτες (πρωτοβουλία του κ. Γ. Σερτεδάκι) ο δήμος Ρεθύμνης, ομογενείς εξ Αμερικής και τα θύματα.
Πρέπει να σημειωθή ότι της Εθνικής αυτής κινήσεως, διά την κατασκευήν του Ηρώου, προΐστανται, αι κ. Μπουμπουλάκι, Μπριλάκι, Τουρνάκι, και αι Δίδες Στέλλα Σιράγα, και Ευαγγελία Καλομενοπούλου, σύζυγοι και αδελφαί των εκτελεσθέντων….».
Αποκαλυπτήρια μνημείου
Ενδιαφέρον παρουσιάζει ένα ακόμα ρεπορτάζ που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Κρητική Επιθεώρηση» (23 Μάιου 1954) για τις εκδηλώσεις που έγιναν εκείνη τη χρονιά, με τα αποκαλυπτήρια του μνημείου, δεκατρία χρόνια αργότερα από τα γεγονότα. Αυτό που το κάνει ιδιαίτερα σημαντικό είναι ο λόγος που εκφώνησε ο βάρδος του Ρεθύμνου Γιώργης Καλομενόπουλος:
«Αι προχθεσιναί τελεταί της Μάχης της Ρεθύμνης
Με σεμνότητα και επιβλητικότητα και μεγάλην συρροήν κόσμου έγινεν προχθές ο εορτασμός της 13ης επετείου της μάχης του Ρεθύμνου.
Συμφώνως προς το καταρτισθέν επίσημον πρόγραμμα εψάλη περί ώραν 10 π.μ χοροστατούντος του Θεοφ. Επισκόπου Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ. Αθανασίου επιμνημόσυνος δέησις εις τον τόπον της εκτελέσεως των 110 πατριωτών εις τα Μυσσίρια κατά την 21ην και 23ην Μαΐου του 1941.
Εν συνεχεία έγινεν η τελετή των αποκαλυπτηρίων του Μνημείου της Μάχης εις το πολεμικόν Νεκροταφείον Μυσσιρίων, ενώπιον των αρχών, των εκπροσώπων των σωματείων και οργανώσεων και πλήθους κόσμου.
ο πρόεδρος της επιτροπής ανεγέρσεως του μνημείου Θεοφ. Επίσκοπος κ. Αθανάσιος παραδίδων το μνημείον εις τον κ. δήμαρχον εξήρε την θυσίαν των ηρωικών νεκρών.
Ο γραμματεύς της επιτροπής Ηρώου κ. Νικ. Ανδρουλιδάκης εξέθεσε τας προσπάθειας της Επιτροπής και εξήρε την συμβολήν της κ. Μαρίας Εμμ. Τσουδερού και των Κρητών ομογενών και ιδία των κ. κ. Κυριάκου Σταυρουλάκη της Ν. Υόρκης και Γ. Σερντεδάκη της Αφρικής, εις την κατασκευήν του μνημείου.
Ο δήμαρχος κ. Ψυχουντάκης προσλαμβάνων το μνημείον υπεσχέθη να το διαφυλάξη ως ιεράν παρακαταθήκη και παρεκάλεσε τον παριστάμενον γεν. γραμματέα της Γεν. Διοικήσεως κ. Δημ. Σακόρραφον να αποκαλύψει το μνημείον.
Υπο τους ήχους της μουσικής του δήμου ο κ. Σακόρραφος απεκάλυψε το μνημείον έργον το οποίον κατασκεύασεν ο Ρεθύμνιος καλλιτέχνης κ. Γιάννης Κανακάκης.
Τον πανυγηρικόν της ημέρας εξεφώνησεν ο επιθεωρητής του υπουργείου Εσωτερικών συμπολίτης κ. Γεώργιος Καλομενόπουλος όστις κατεσυγκίνησε το ακροατήριον».
Ο λόγος του Κ. Καλομενόπουλου
«Ολόρθη μες το πέλαος
πετιέσαι Κρήτη εσύ.
Κι ας σε χτυπούν τα κύματα
κι ας δέρνει ο βοριάς.
Χώρα Ιερή της Λευτεριάς.
Και της παληκαριάς αθάνατο νησί».
Βαριά κληρονομιά για το μικρό νησί μας αυτή η παράδοση του ηρωισμού και της θυσίας. Κληρονομιά που παραδίδεται αιώνες από γενιά σε γενιά. Από τον πρόγονο και τον προπάππου στον παππού. Από τον πατέρα στο παιδί και στο εγγόνι. Σαν ιερή παρακαταθήκη σαν ακατάλυτος νόμος απαράβατη προσταγή, επιβλητικό καθήκον, αναπόφευκτο χρέος.
Μια αδιάκοπη ιστορία τιμής που ξεπερνάει τα όρια του πιθανού. Μια καταπληκτική συνέχεια αγώνων και θυσιών που φθάνει το απίστευτο. Και το ασύλληπτο σε ηρωισμό και σε τόλμη που παίρνει τη μαγεία του παραμυθιού και ντύνεται στη γοητεία του θρύλου. Ιστορία που θα καταυγάζει πάντοτε τον γαλάζιο ουρανό των ωραίων ιδανικών με το εκτυφλωτικό φως της και θα καθηλώνει πάντοτε την ανθρώπινη σκέψη σε στάση προσοχής με το απέραντο μεγαλείο της. Ιστορία που θα γεμίζει αιώνια το νου και τη καρδιά με δέος και ίλιγγο με φόβο και κατάπληξη.
Μπροστά στην ιστορία αυτή θα γονατίζει ευλαβικά ο πανανθρώπινος θαυμασμός όσο υπάρχουν ελεύθεροι άνθρωποι και υψηλά ιδεώδη, αδούλωτη ψυχή και σκλαβωμένη σκέψη.
Γιατί η ιστορία αυτή του νησιού μας κλείνει μέσα την πιο ζωντανή την πιο αδρή την πιο έντονη την πιο χαρακτηριστική μορφή του «όχι» που ξεκινά από τα βάθη των αιώνων από τους Μηδικούς ακόμη χρόνους για να είναι ειπωθεί τόσες φορές με χίλιους τρόπους από τη Σαλαμίνα και δώθε πότε με το «Μολών λαβέ» του Λεωνίδα, πότε με το τραγούδι του Διάκου που με τον θανάσιμο χορό της Σουλιώτισας και πότε με τη πιστόλα του Γιαμπουδάκη που είπε κι αυτός το «Όχι» με τον πιο ωμό σαρκασμό μπροστά στη βία των δυνατών.
Μετά από το 1821 άπειρες επαναστάσεις σ’ αυτό το νησί. Ύστερα το 12. Έπειτα το 17, τέλος το 40. Ζάλογκα και Αλαμάνες, Μεσολόγγια και Αρκάδια, Σκρά και Δοϊράνες, Πίνδοι και Τρεμπεσίνες, Ριμινι και Ελ – Αλα – Μέίν.
Και τελευταία η μάχη της Κρήτης.
Το ίδιο το «Όχι» πάντα που δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ψυχή της φυλής η δύναμη του Έθνους η πίστη του Γένους και η πιο έντονη διαμαρτυρία ενός ελεύθερου λαού που προτιμά τον θάνατο από τη σκλαβιά.
Το να επιδιώκει ο άνθρωπος να ζει αδούλωτος κάτω από τον ίσκιο της λευτεριάς είναι μια ευγενική επιδίωξη των πολλών. Το να πεθάνει όμως γι’ αυτήν είναι ένα προνόμιο των ολίγων. Και το προνόμιο αυτό το χάρισε οι μοίρα στη μικρή αυτή χώρα που ονομάζεται Ελλάδα.
Πιστό στον όρκο το κράτησε ψηλά και το νησί μας σαν εθνική κιβωτό και όπως τα άγια των αγίων.
Να τι χαλύβδωσε την Ελληνική ανδρεία παντού και πάντοτε που να περιφρονεί έτσι παλικαρίσια τον θάνατο.
Οι τελευταίοι υπερασπιστές του Βυζαντίου εγνώρισαν πως πολεμάνε άσκοπα μπροστά σε τόσα εχθρικά ξίφη. Και όμως δεν εγονάτισαν.
Οι 300 του Λεωνίδα ήξεραν τι τους περιμένει κι όμως δεν ελύγισαν.
Οι όμορφες Σουλιωτοπούλες έκαμαν τις τελευταίες στιγμές τον χορό, ωσάν την πιο προκλητική περιφρόνηση προς τον θάνατο και οι πολιορκημένοι του Αρκαδίου που έβλεπαν τον βέβαιο θάνατο και το χαμό τους στάθηκαν αλύγιστοι με όρθιο το σώμα και τη ψυχή γύρω από το μπαρούτι του Μοναστηριού.
Δοξασμένο γένος. Αθάνατη φυλή. Αδάμαστη Ελλάδα, λεβεντογένα Κρήτη. Πατρίδες των πατρίδων.
Μα το «Όχι» δεν τελειώνει εδώ. Ούτε θα τελειώσει ποτέ όσο θα υπάρχει αυτός ο τόπος και όσο θα τον κατοικούν οι ίδιοι οι άνθρωποι.
Γιατί το ίδιο έγινε και όταν οι ορδές των Ούνων που είχαν κουρσέψει την υπερήφανη χώρα ήλθον για να σκλαβώσουν το νησί μας.
Το «όχι» πάλι αντήχησε αντρίκια αποφασιστικά και αδίστακτα. «Την Κρήτη μας δεν θα την παραδώσουμε». Κι ακούστηκαν τότε φοβερές οι σάλπιγγες. Μια ιαχή εσπάθισε τον Κρητικό ουρανό και κάποια Θεία δύναμη κέντρισε τις καρδιές.
Το θούριο εδόνησε τον αγέρα φοβερό
Τ’ ανάκρασμα τ’ ακούτε της Αρχαίας Πυθίας;
Νίκη στων ημίθεων τα εγγόνια.
Από την Ίδη ως της Νικαίας τ’ ακρογιάλια ξανανθίζουν αιώνες οι ελιές!
Με τ’ άρματα στα χέρια εμπρός! Τα ύψη των βουνών ας ανέβουμε τους Σαλαμίνικους αντίλαλους ξυπνώντας.
Κι αν πρέπει να πεθάνουμε για την Ελλάδα Θεία η δάφνη. Μια φορά κανείς δεν πεθαίνει!
Έτριξαν στους τάφους τα κόκαλα των ηρώων από αγαλλίαση και σκίρτησαν στα ουράνια οι ψυχές τόσων μαρτύρων από χαρά και συγκίνηση.
Τα χιονισμένα Λευκά Όρη τίναξαν υπερήφανα την άσπρη χαίτη τους. Από τον Ψηλορείτη αντήχησε σαν βρυχηθμός ένα τραγούδι γνώριμο:
«Από φλόγες οι Κρήτη ζωσμένη τα βαριά της τα σίδερα σπα, και σαν πρώτα χτυπιέται κτυπά και γοργή κατεβαίνει».
Ο Γιαμπουδάκης γελαστός και χαρούμενος και πλάι του ο Γούμενος με υψωμένο το δεξί χέρι ωσάν να ευλογούσε τους πιστούς! Το σύνθημα είχε δοθεί και το πανηγύρι άρχισε.
Νιάτα και γεράματα αντάμα! Γυναίκες και παιδιά. Πατέρας και γιος. Νέοι και νέες. Δυνατοί και ανήμποροι μαζί!
Ασπρομάλληδες, γέροι, απομεινάρια των παλιών αγώνων και κυρτωμένες γριούλες – πιστές συντρόφισσες – πλάι τους. Μανάδες δίπλα στα παιδιά τους και αρραβωνιαστικιές στο πλάι του καλού των.
Όλοι σαν ένα σώμα και μια ψυχή. Με τον ίδιο πόθο με την ίδια λαχτάρα με το ίδιο ιδανικό.
Στο προσκλητήριο όλοι παρόντες. Όχι παλληκάρια μόνο της Κρήτης αλλά και λεβέντες της Ρούμελης και αετοί του Μοριά και της Θεσσαλίας. Και από την Ήπειρο και από τη Θράκη και από τη Μακεδονία και από τα γραφικά νησιά μας κι απ’ όλα τα ματωμένα χώματα κάθε ελληνικής γωνιάς.
Ένας βασιλιάς – Θρύλος μπροστά. Ένας πρωθυπουργός παλληκάρι ο Εμμ. Τσουδερός κι ένας υπουργός Στρατιωτικών ο Στέλιος Δημητρακάκης με λιονταρίσια ψυχή και από ηρωική οικογένεια κι οι δύο στο πλάι του. Και πίσω τους ολόκληρο το Έθνος. Η μοίρα της Ελλάδος έγραφε πάλι μια σελίδα στην ιστορία της.
Και στήνονται τρόπαια, γράφονται έπη, ξυπνάνε Θερμοπύλες ξαναζούνε Μαραθώνες, ζωντανεύουν Αρκάδια, στυλώνονται Παρθενώνες.
Πυραμίδες κοκάλων, ποταμοί αιμάτων: Μνημεία και τάφοι.
Και όμως οι λίγοι δεν τους δειλιάζουν τους πολλούς κι ας είναι μια φούχτα μπροστά στις σιδηρόφραχτες και ουρανοκατέβατες στρατιές των Σατανάδων.
Αν έχουν τούτοι σίδερο και ατσάλι, αυτοί που υπερασπίζονται την Κρήτη έχουν ψυχή.
Εδώ έχει χρέος η σοφία και ο κανόνας του πολέμου. «Η λογική έχει κλείσει τα μάτια της και η αριθμητική το βιβλίο της» όπως έγραψε τότε κάποια περιγραφή ενός λογοτέχνη.
Και το αίμα που τρέχει άλικο χρωματίζει και πάλι τη πορφύρα του Γένους και μουσκεύει το Κρητικό χώμα από πάνω από το ύψος των υπερήφανων βουνών μας έως κάτω τα δαντελωτά ακρογιάλια μας.
Δικαίωση του ποιητή που έτσι την τραγούδησε την Κρήτη…
Το αφιέρωμά μας όμως στην θρυλική μάχη με κάποιες λεπτομέρειες που πέρασαν στα «ψιλά» συνεχίζεται.