Τον καθοριστικό ρόλο αρχικά των γονιών και στη συνέχεια των εκπαιδευτικών στην κοινωνική συμπεριφορά των παιδιών επεσήμαναν επιστήμονες στη διάρκεια σχετικής ημερίδας που διοργάνωσε το Παιδαγωγικό τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης Πανεπιστημίου Κρήτης με θέμα «Κοινωνική συμπεριφορά και συγκινησιακές αντιδράσεις του μαθητικού πληθυσμού: Ο ρόλος της οικογένειας και του σχολείου» το απόγευμα της Παρασκευής στην Πανεπιστημιούπολη του Γάλλου.
Στις ομιλίες που πραγματοποιήθηκαν συμμετείχε πλήθος φοιτητών, τόσο από το Παιδαγωγικό τμήμα, ως μελλοντικοί εκπαιδευτικοί, όσο και από το τμήμα Ψυχολογίας για να ενημερωθούν σχετικά με τον γονικό και εκπαιδευτικό παράγοντα στη διαμόρφωση της κοινωνικής συμπεριφοράς των παιδιών. Επίσης στην επιστημονική ημερίδα παρευρέθηκαν εκπαιδευτικοί προκειμένου να εμπλουτίσουν τις γνώσεις τους πάνω σε αυτό το σημαντικό ζήτημα που αφορά τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά των παιδιών και πως ο εκπαιδευτικός λειτουργεί στη διαμόρφωση αυτού του χαρακτήρα.
Προσκεκλημένος ομιλητής στην ημερίδα ήταν ο Σπύρος Τάνταρος, καθηγητής Αναπτυξιακής Ψυχολογίας, πρόεδρος του Τμήματος Ψυχολογίας του ΕΚΠΑ και πρόεδρος της European Association for Developmental Psychology (EADP), όπως και η υπεύθυνη για τη διοργάνωση της ημερίδας Κατερίνα Βάσιου, επίκουρη καθηγήτρια του Τομέα Παιδαγωγικής Ψυχολογίας και Μεθοδολογίας της Έρευνας του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης.
Ο κ. Τάνταρος προσέγγισε επιστημονικά το θέμα της σχέσης και αλληλεπίδρασης του γονέα με το παιδί και παρουσιάζοντας διεξοδικά τα μοντέλα και τις πρακτικές των γονέων όσον αφορά στη στάση τους απέναντι στα παιδιά τους. Όπως είπε καθοριστικός είναι ο ρόλος του γονέα στη διαμόρφωση της ψυχοκοινωνικής συμπεριφοράς των παιδιών κατά τη διάρκεια της ανάπτυξής τους, όμως καθοριστικές είναι και οι επιρροές και οι προσλαμβάνουσες των ίδιων των γονέων, οι οποίοι σύμφωνα με αυτές συμπεριφέρονται στα παιδιά τους.
Συγκεκριμένα ο κ. Τάνταρος ανέλυσε τους παράγοντες που επηρεάζουν τις πρακτικές των γονέων, τις οποίες υιοθετούν για να κοινωνικοποιήσουν τα παιδιά τους. Οι παράγοντες αυτοί διαμορφώνονται σύμφωνα με τις επιρροές της οικογένειας προέλευσης, τις κοινωνικοπολιτισμικές επιρροές, τις αμφίδρομες επιρροές (παιδιά-γονείς), την αναπτυξιακή φάση του παιδιού, την προσωπικότητα/ ιδιοσυγκρασία και την οικογενειακή δομή. Αναλυτικότερα ο καθηγητής αναπτυξιακής ψυχολογίας τόνισε: «Οι γονικές πρακτικές με την ευρύτερη έννοια μπορούν να οριστούν ως οι παρατηρήσιμες συμπεριφορές που υιοθετούν οι γονείς για να μεγαλώσουν και να κοινωνικοποιήσουν τα παιδιά τους. Οι παράγοντες που επηρεάζουν τον τρόπο που στέκονται απέναντι στα παιδιά τους οι γονείς είναι οι εξής: Ο πρώτος και ο πιο βασικός είναι η επιρροή της οικογένειας προέλευσης, με άλλα λόγια το βίωμά τους και τι εισέπραξαν οι ίδιοι από τους γονείς τους. Αυτό είναι κάτι το οποίο θα προκύψει σταδιακά, θα αναβλύσει. Το δεύτερο είναι οι κοινωνικοπολιτισμικές επιρροές, η κοινωνική τάξη, το γενικότερο υπόβαθρο, οι αξίες, οι πεποιθήσεις, η εκπαίδευση. Όλα αυτά διαμορφώνουν διαφορετικούς τύπους προσέγγισης του ρόλου του γονέα. Το τρίτο είναι η αμφίδρομη επιρροή, είναι η κυκλικότητα των σχέσεων και οι τρόποι με τους οποίους ο γονέας τροφοδοτεί το παιδί και το παιδί τροφοδοτεί τον γονέα σε όλη αυτήν τη διαδικασία που ξεδιπλώνεται σιγά-σιγά. Το τέταρτο είναι ο αναπτυξιακός χρόνος, που στην πραγματικότητα είναι ο συγχρονισμός του γονικού στιλ, δηλαδή του τρόπου με τον οποίο συμπεριφέρεται ο γονέας στην αναπτυξιακή φάση του παιδιού. Άλλες είναι οι απαιτήσεις των βρεφών, άλλες είναι οι απαιτήσεις των παιδιών μέσης παιδικής ηλικίας, άλλες είναι οι απαιτήσεις των εφήβων, άλλοι είναι οι ρόλοι που παίζουν και άλλος είναι ο τρόπος με τον οποίο συμπεριφέρεται ο γονέας. Δεν είναι τόσο εύκολο να τροποποιήσει τη συμπεριφορά του ενώ το παιδί του ήταν βρέφος. Υπάρχει αυτή η αδράνεια που ωθεί τον γονέα να συνεχίσει να συμπεριφέρεται στο παιδί προσχολικής ηλικίας σαν να είναι βρέφος για ένα χρονικό διάστημα και χειρότερα ακόμη να συνεχίζει να συμπεριφέρεται στον έφηβο σαν να είναι παιδί μέσης παιδικής ηλικίας. Όλοι αυτοί είναι παράγοντες που διαμορφώνουν ακριβώς τις συμπεριφορές που ακολουθεί κανείς ως γονέας, προοδευτικά και ενώ ανακαλύπτει τον γονικό του ρόλο και τις δυνατότητες».
Η επίκουρη καθηγήτρια του Τομέα Παιδαγωγικής Ψυχολογίας και Μεθοδολογίας της Έρευνας του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης, Κατερίνα Βάσιου, με την ομιλία της αναφέρθηκε στη συνακόλουθη επιρροή που έχουν οι πρακτικές των γονιών στη διαμόρφωση της συμπεριφοράς των παιδιών, όπως και στον ρόλο του εκπαιδευτικού σε αυτήν τη διαδικασία.
«Πρέπει να δούμε τα παιδιά που έχουν για παράδειγμα διαλεκτικούς γονείς ή αυταρχικούς ή επιτρεπτικούς τι συμπεριφορές εκδηλώνουν, θετικές ή αρνητικές και πόσο αυτές οι συμπεριφορές των παιδιών μπορούν να δουλευτούν μέσα στη σχολική τάξη. Αυτό είναι το σημαντικό και το ζητούμενο. Πως ο εκπαιδευτικός μαθαίνοντας αυτά τα γονικά στιλ ανατροφής μπορεί μετά να έρθει στη σχολική τάξη και να διορθώσει ενδεχομένως κάποιες δυσλειτουργικές συμπεριφορές των παιδιών ή να βοηθήσει ενδεχομένως και σε συναντήσεις που θα έχει ο εκπαιδευτικός με τους γονείς, τους γονείς να ακολουθούν τον διαλεκτικό τρόπο ανατροφής των παιδιών τους».