Το πρόγραμμά του για την αναβάθμιση του ΕΣΥ, με στόχο ο προϋπολογισμός για τις δαπάνες υγείας να φτάσει τον μέσο ευρωπαϊκό όρο παρουσίασε χθες σε εκδήλωση στο επιμελητήριο Ρεθύμνου, ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ.
Στην εκδήλωση μίλησαν ο Ανδρέας Ξανθός υποψήφιος βουλευτής Ρεθύμνου και ο Δημήτρης Βαρνάβας, μέλος του πανελλήνιου Ιατρικού συλλόγου, οι οποίοι αναφέρθηκαν στη σημερινή κατάσταση του δημόσιου συστήματος υγείας κάνοντας λόγο για λειτουργική κατάρρευση του ΕΣΥ κατηγορώντας την κυβέρνηση για σχέδιο ιδιωτικοποίησης της υγείας.
Νωρίτερα ο Δημήτρης Βαρνάβας μαζί με τον Ανδρέα Ξανθό πραγματοποίησαν επισκέψεις στις δημόσιες δομές και το νοσοκομείο Ρεθύμνου, όπου είχαν τη ευκαιρία να συζητήσουν με γιατρούς και εργαζομένους για τα προβλήματα του νοσηλευτικού ιδρύματος του νομού.
Σε σχετικές δηλώσεις του ο κ. Ξανθός τόνισε: «Το ΕΣΥ είναι όντως σε λειτουργική κατάρρευση, το προσωπικό του είναι εξουθενωμένο, δεν έχει καν τις αντοχές ούτε να συζητήσει για τα προβλήματά του κι πιστεύω ότι στις εκλογές αυτές φαίνεται ότι τα διλήμματα που αφορούν το μέλλον της δημοσιάς περίθαλψης έρχονται ξανά στο επίκεντρο της δημοσιάς συζήτησης και αντιπαράθεσης και αυτό είναι το μόνο θετικό. Εμείς έχουμε το πρόγραμμά μας, προσπαθούμε πραγματικά να έχουμε ένα δίαυλο επικοινωνίας με τους ανθρώπους του ΕΣΥ και τους εκπροσώπους των ασθενών αλλά και να διαβουλευόμαστε το πρόγραμμα για να αναστρέψουμε αυτό το διαλυτικό κλίμα».
Από την πλευρά του ο Δημήτρης Βαρνάβας, μέλος του Πανελλήνιου Ιατρικού συλλόγου αναφέρθηκε στην πρόσφατη συνάντηση των ιατρικών συλλόγων της χώρας που έγινε στη Σύρο, επισημαίνοντας ότι τα προβλήματα της νησιωτικής χώρας είναι τεράστια και χαρακτηριστικά, σημείωσε ότι «Βρισκόμαστε μπροστά στην κατάρρευσή του ΕΣΥ που δεν αφήνει χωρίς συνέπειες ακόμα και τους ελευθεροεπαγγελματίες γιατρούς. Σε μια έρευνα κοινής γνώμης που κάναμε, φαίνεται ότι σε μεγάλο ποσοστό και οι ιδιώτες γιατροί θεωρούν ότι πρέπει να ενισχυθεί το ΕΣΥ με προσλήψεις, μισθούς, κίνητρα, διότι βλέπουν και οι ίδιοι ότι ο αντίκτυπος ενός διαλυμένου συστήματος υγείας εμποδίζει την άσκηση ιδιωτικής ιατρικής, πόσο μέλλον οι πολίτες οι οποίοι βλέπουν ένα καταφύγιο, το οποίο είχαν για να καλύψουν τις υγειονομικές τους ανάγκες να καταρρέει και να κλείνει και να δημιουργεί δεκάδες προβλήματα, όπως αυτά που βλέπουμε τις τελευταίες μέρες. Πλέον, η νοσηλεία γίνεται σε καρότσες αγροτικών, πεθαίνει κόσμος που θα μπορούσε να σωθεί και αυτό φαίνεται ότι θα πρέπει να αποτελέσει ένα «ηλεκτροσόκ» στην ελληνική κοινωνία και να αντιληφθεί ότι οι πολιτικές επιλογές της μπορούν να έχουν σημασία μέχρι και στην επιβίωσή της. Αυτό το μήνυμα από πλευράς μας θέλουμε να δώσουμε: Ότι το δημόσιο σύστημά υγείας πρέπει να ενισχυθεί με κάθε τρόπο. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ επί υπουργίας Α. Ξανθού έκανε το παν για να μπορέσει να στηρίξει το σύστημα υγείας. Κάλυψε 2.5 εκ. ανασφάλιστων πολιτών έδωσε μια ώθηση στο να λυθούν προβλήματα. Αυτή τη στιγμή βλέπουμε ότι η προηγούμενη κυβέρνηση και αυτή που φαίνεται ότι θα προκύψει δίδει μαι ώθηση στη διάλυση του ΕΣΥ».
Αναφορικά με το νοσοκομείο Ρεθύμνου ο υποψήφιος βουλευτής Ανδρέας Ξανθός υπογράμμισε πως επί ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε μια σταδιακή τάση βελτίωσης των πραγμάτων σε αντίθεση με τα χρόνια διακυβέρνηση της ΝΔ που όπως είπε όχι μόνο δεν προχωρά σε ανατροπή της διάλυσης του ΕΣΥ αλλά ούτε καν στην ανάσχεση του φαινόμενου. Ειδικότερα, μιλώντας στους δημοσιογράφους είπε: «Αυτό που σίγουρα δεν βλέπουμε είναι μια τάση βελτίωσης. Ίσα ίσα βλέπουμε τάσεις ραγδαίας επιδείνωση στη λειτουργία κρισίμων και ζωτικών τμημάτων όπως για παράδειγμα στην παθολογική κλινική. Αυτή την πραγματικότητα την ξέρουν και οι εργαζόμενοι στο σύστημα και όσοι αναζητούν υπηρεσίες από το νοσοκομείο. Δεν μπορεί να εξωραϊστεί με κάποια νούμερα και στοιχειά που παρουσιάζουν – κάνοντας και διάφορες αλχημείες αριθμητικές κατά καιρούς οι κυβερνητικοί παράγοντες» και πρόσθεσε ότι: «Και επειδή έρχεται και ξαναέρχεται αυτή η συζήτηση περί διαχρονικών προβλημάτων αυτό που έχω να πω είναι το εξής: Προφανώς το σύστημα υγείας και οι υπηρεσίες του είχαν κατά καιρούς σοβαρά προβλήματα – ακόμα και πριν την κρίση, πριν τη χρεωκοπία της χώρας πριν τα μνημόνια. Αυτά τα προβλήματα επιδεινώθηκαν δραματικά τα πρώτα χρόνια του μνημονίου, έγινε μια παρέμβαση κατά την άποψη μας πολύ σημαντική και επουλωτική των πληγών του νοσοκομείου και της δημόσιας περίθαλψης στον νομό και το κρίσιμο είναι το εξής: Τότε γινόταν μια προσπάθεια και αυτό είχε αποτέλεσμα, να βελτιώνεται έστω αργά, έστω όχι στον αναγκαίο βαθμό – αλλά κινούνταν τα πράγματα προς τη σωστή κατεύθυνση και προς μιας αισθητή βελτίωση της καθημερινότητα και των τμημάτων και των εργαζομένων και των πολιτικών το έχουμε αποδείξει αυτό και με στοιχεία: Αναπτύχθηκαν καινούρια τμήματα, καλυφθήκαν οι ανασφάλιστοι παρασχέθηκαν καινούριες υπηρεσίες. Η τάση τώρα είναι επιδείνωση και ραγδαία υποχώρηση των στάνταρ ασφαλείας του συστήματος για αυτό συμβαίνουν αυτά τα τραγικά γεγονότα. Έχουν υποχώρησή τα στάνταρς που πρέπει να τηρούνται, για τη στελέχωση τω τμημάτων, την επάρκειά των ασθενοφόρων στις διακομιδές βαρέως πασχόντων που γίνονται από μη εξειδικευμένους γιατρούς. Αυτό εγκυμονεί κινδύνους άρα το κακό παραμονεύει και η κυβέρνηση δεν έκανε κάτι για να αναστρέψει ούτε για να ανασχέσει την κατάρρευση. Το πολιτικό σχέδιο είναι να επικαλείται η κυβέρνηση τα κενά του ΕΣΥ για να συμβάλλεται προνομιακά με ιδιώτες οι οποίοι θα έρθουν υποτίθεται να καλύψουν αυτές τις ανάγκες. Αυτό είναι το σχέδιο για αυτό και δεν έχει δεσμευτεί σε καμιά χρηματοδοτική στρατηγική που θα αυξήσει τους πόρους του συστήματος. Το πρόγραμμα της ΝΔ λέει απλά αύξηση του προϋπολογισμού για την υγεία. Δεν μας λέει πόσο τοις εκατό. Εμείς έχουμε βάλει συγκεκριμένο στόχο να συγκλίνουμε στο μέσο όρο της Ευρώπης. Το ΠΑΣΟΚ λέει να φτάσουμε το 8-10% των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης. Αυτό κατά τη άποψή μου είναι ανεπαρκέστατο και θνησιγενές, γιατί το ταμείο λήγει το 2024. Κατά την άποψή μου η σύγκλιση των δημόσιων δαπανών με τον μέσο όρο της Ευρώπης είναι το μόνο που μπορεί να εξασφαλίσει, σταθερή και βιώσιμη χρηματοδότηση στο σύστημα άρα και να βελτιώσει τις συνθήκες εργασίας και τους μισθούς και να σταματήσει αυτός ο κατήφορος. Νομίζω ότι η τάση είναι αυτή και το νοσοκομείο Ρεθύμνου δε έχει σε τίποτα να ελπίζει σε βελτίωση. Εδώ οι παράγοντες της κυβέρνησης μιλάνε μόνο για αναβάθμιση υποδομών για τη νέα πτέρυγα, την ενεργειακή αναβάθμιση. Μας δείχνουν μακέτες. Αλλά οι πολίτες ξέρουν ότι η καθημερινότητα δυσκολεύει και επιβαρύνονται οικονομικά και δεν είναι τυχαίο ότι έχουν αυξηθεί οι ιδιωτικές δαπάνες υγείας και έχουν αυξηθεί και τα συμβόλαια με ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρίες».
Ο κ. Ξανθός, δεν παρέλειψε να σχολιάσει και τις πρόσφατες δηλώσεις στελεχών του κόμματος της ΝΔ για διαλογή ασθενών τονίζοντας χαρακτηριστικά πως «Αυτή την περίοδο περισσεύει το θράσος και η αλαζονεία των παραγόντων, των υποψηφίων βουλευτών της ΝΔ, των πρώην κυβερνητικών στελεχών, δεν είναι δυνατό όταν έχουμε μια εικόνα δραματικής επιδείνωσης της κατάστασης του δημοσίου συστήματος υγείας και αποτρέψιμων θανάτων, λόγω ανεπαρκειών του συστήματος περίπου, να λέγονται αυτά τα πράγματα ότι δηλαδή «οι πολίτες εμάς επέλεξαν, άρα ήξεραν περίπου αυτά τα δεδομένα και παρόλα αυτά μας έδωσαν αυτό το ποσοστό» ή ακόμα περισσότερο να έρχεται στο προσκήνιο μια ατζέντα σκληρά νεοφιλελεύθερη που λέει ουσιαστικά ότι θα έχουμε διαφοροποίηση παροχών στο σύστημα υγείας ανάλογα με το αν μια διαγνωστική ή θεραπευτική πράξη συμφέρει ή όχι. Αν ισχύει ο δείκτης κόστους όφελους. Νομίζουμε ότι αυτό δεν μπορεί να λέγεται από ένα πρόσωπο το οποίο έχει ενεργό ρόλο στην πολιτική ζωή, κατά την άποψη μας αυτό δεν είναι απλώς μια κρυφή ατζέντα αλλά μια πολύ καθαρή παρουσίαση μιας λογικής που λέει ότι βάζω κριτήρια ιδιωτικοοικονομικού στο ΕΣΥ, βάζω ceo όπως είπε ο κ. Πνευματικός, οι οποίοι θα ελέγχουν αν τα νοσοκομεία λειτουργούν με όρους οικονομικής αποδοτικότητας και οτιδήποτε δεν είναι σε αυτό το πλαίσιο δεν θα παρέχεται. Αυτό το ονομάζω υγειονομικό δαρβινισμού. Σημαίνει δηλαδή ότι οι αδύναμοι και ευάλωτοι, οι άνθρωποι που θέλουν ειδική μέριμνα και φροντίδα, αν αυτό κριθεί από κάποιους μάναντζερς ότι δεν συμφέρει, δεν παρέχεται. Νομίζω ότι αυτό είναι μια τεράστια κοινωνική βαρβαρότητα αυτό το πράγμα και δεν νομίζω ότι πρέπει να το επιτρέψουμε ως σύγχρονη κοινωνία και όχι μόνο ως πολιτικό σύστημα αλλά και ως μια οργανωμένη ευρωπαϊκή χώρα».